Πάει κλειδώθηκε μόνη της στο πλυσταριό Η αγάπη, για να ξεπλύνει την ντροπή Του λεκιασμένου χρόνου. Και σαν να μην έφτανε αυτό, Για δική της ευχαρίστηση Χώθηκε πίσω απ' τον καθρέφτη Και πέταξε το κλειδί στην αποχέτευση ....... So Love Locked herself up in the laundry, tο wash out the shame Of the soiled time. And as if this was not enough, For her own pleasure Snuggled behind the mirror And threw the key into the gutter Panagiotis Xourafas
Bγάλε τις αναγκαιότητες σου και άστες δίπλα στη πόρτα Περπάτησε ξυπόλυτος σ' αυτό το σκοτεινό ξωκλήσι Που κούφωσε απ' την απώλεια και καθαγιάστηκε απ' τη θλίψη Των γκρίζων πέτρινων τοίχων και του πατώματος του. Εσύ, το εκκλησίασμα του ενός Είσαι εδώ για να ακούσεις όχι για να τραγουδήσεις. Γείρε στο στασίδι πίσω. Μην λες κουβέντα, άσε τ' αναμμένα κεριά να μιλήσουν. Patricia Mc Kernon Runkle
Όταν ο άντρας, Μπαίνει στη γυναίκα, Σαν τον αφρό των κυμάτων Που διεισδύει στην ακτή, Ξανά και ξανά, Κι η γυναίκα ανοίγει Το στόμα της μ’ ευχαρίστηση Και τα δόντια της λάμπουν Σαν το αλφάβητο, Ο Λόγος του Θεού εμφανίζεται Μαδώντας ένα άστρο, Και ο άντρας Μέσα στη γυναίκα Δένει ένα κόμπο Έτσι που να μην είναι Ποτέ ξανά χωριστά Κι η γυναίκα Σκαρφαλώνει σ’ ένα λουλούδι Και καταπίνει το μίσχο του Κι ο Λόγος του Θεού εμφανίζεται Και ξαμολάει τα ποτάμια τους. Αυτός ο άντρας, Αυτή η γυναίκα, Με τη διπλή τους πείνα, Προσπάθησαν να περάσουν Μες απ’ το παραπέτασμα του Θεού Και σύντομα το έκαναν, Παρόλο που ο Θεός Μέσα στη διαστρέβλωσή του Λύνει τον κόμπο. ..........
When man, enters woman, like the surf biting the shore, again and again, and the woman opens her mouth with pleasure and her teeth gleam like the alphabet, Logos appears milking a star, and the man inside of woman ties a knot so that they will never again be separate and the woman climbs into a flower and swallows its stem and Logos appears and unleashes their rivers
This man, this woman with their double hunger, have tried to reach through the curtain of God and briefly they have, though God in His perversity unties the knot. Anne Sexton
και χρωματίζω ήχους σε κωφάλαλους τοίχους από στοίχους εκτρέπω στίχους υποήχους τε και υπερήχους βαθείς κι επιφανειακούς ολόφωτους και σκοτεινούς τα μάτια τέντωσε ν'ακούς όσα δεν βλέπει ο μέσος ους ...................... and I colour sounds on deaf mute walls from rows I deflect lyrics infrasounds and ultrasounds deep and superficial luminous and darkish stretch your eyes to hear what the average ear can't see Panagiotis Xourafas
από το στρώμα σκέφτηκα το κατάστρωμα, και απο το κατάστρωμα σκέφτηκα το ταξίδι και απο το ταξίδι σκέφτηκα το κλειδοκύμβαλο του αέρα με τη θάλασσα και από κεί σκέφτηκα τα μάτια σου, και απο τα μάτια σου σκέφτηκα ενα υψίπεδο με ηλιοτρόπια και δροσουλίτες και απ το πλατό αυτό ψηλά πίσω πάλι στο στρώμα, και τότε συλλογίστηκα πως τα διάφανα κουκούλια κάτω απο το παλιό κρεβάτι είναι ακόμα ζωντανά, και αναθάρρησα ................. from the mattress I visualized the deck, and from the deck I visualized the journey and from the journey I visualized the piano of the air with the sea and from this image I visualized your eyes, and from your eyes I visualized an upland with sunflowers and drosoulites and from this plateau back on the mattress again, and then I speculated that the transparent cocoons under the old bed are still alive, and thus I was encouraged 1/11/17 Panagiotis Xourafas
"Ας ζυγιστούμε, έτσι όπως ταλαντευόμαστε στη λίμνη" Hölderlin Ευτυχισμένος αυτός που έζησε κάτω από ξένο ουρανό, που η ειρήνη του δεν έχει διαταραχτεί, και χαρούμενος ψάχνοντας μέσα στο τραχύ φαράγγι των ματιών στην αγάπη δεν βρίσκει ψέμα να κρύβεται εκεί. Και ο οποίος εκτιμά τις μέρες του, την μία το ίδιο με την άλλη, όπως τα ισάξια μέρη ενός μετρημένου θησαυρού, και δεν καταδιώκει την φευγάτη μνήμη μίας άλλης. Ευτυχισμένος αυτός που δεν κοιτάζει πίσω, όπου το παρελθόν, πάντα ακόρεστο, μας παίρνει μέχρι και την ελπίδα, το αγνό πιόνι της εκεχειρίας που ο θάνατος μας είχε προσφέρει. Ευτυχισμένος αυτός που δεν σπρώχνει με βία την επιθυμία μπροστά, που αφήνει τα κουπιά και ξαπλώνει στη φευγαλέα βάρκα, προς τα σύννεφα, σιωπηλός κι αφήνεται ήρεμος σε γαλήνια νερά. ..................... "Uns wiegen lassen, wie Auf schwankem Kahne der See" Hölderlin Feliç qui ha viscut dessota un cel estrany, i la seva pau no es mudava; i qui d’uns ulls d’amor sotjant la gorga brava no hi ha vist terrejar l’engany. I qui els seus dies l’un per la vàlua de l’altre estima, com les parts iguals d’un tresor mesurat; i qui no va a l’encalç del record que fuig per un altre. Feliç és qui no mira enrera, on el passat, insaciable que és, ens lleva fins l’esperança, casta penyora de la treva que la Mort havia atorgat. Qui tampoc endavant el seu desig no mena: que deixa els rems i, ajagut dins la frèvola barca, de cara als núvols, mut, s’abandona a una aigua serena. Carles Riba
Σαν ανεμόσκαλα στο φεγγαροφωτο η σκιά των ασωμάτων χορεύει αδυσώπητα ενα δαιμονισμένο σουίνγκ με το λιωμένο καλντερίμι.
Γυμνή χορογραφία, το φως που πάλλεται, η αχτίδα που λυγίζει στή ρωγμή της καμαρης, τέμνοντας την αλήθεια απο το ήμισυ της ηδονής.
Σίγησε την ανάσα με κρασί και στα στερνά της αύρας άσε τον άνεμο να αγριεύει- δεν καρφώνονται οι πέτρες δεν λησμονουν τα κύματα, των φυκιών τις μνήμες.
Μόνο η νύχτα δικαιώνεται κι ο βαθύτερος πηλός της, του φεγγαριού η κόλλα. ..................... Like a ladder in the moonlight the shadow of the bodiless is dancing relentlessly a daemonical swing with the melted cobbled path.
Naked choreography, the pulsing light, the beam bending in the crack of the chamber, intersecting the truth from half of the pleasure.
Silence breathing with wine and at the ends of the aura let the wind get wild and wild- for the stones can't be nailed for the waves can't forget, the seaweed memories.
Only the night is justified and its deepest clay, the glue of the moon.
Την δεύτερη φορά (παπαρούνες, ανεμώνες) όταν πρωτομιλήσαμε (θαλασσόκρινα, περικοκλάδες) μου σμίκρυνες χαμόγελα (σπάρτα, καλέντουλες) σε text emoticons. (κι αμάραντοι.) Δεν πρόλαβα να σου πω (ασφόδελοι, άκανθες) μπρος στο χαμόγελο σου (μπλέ ορχιδέες, ίριδες) πως ωχριούν τα σύμβολα. (τα αγριολούλουδα) ................... The second time (poppies, anemones) when we first talked (sand lilies, bindweeds) you shrinked me smiles (sedges, calendulas) in text emoticons. (and amaranths.) I did not get to tell you (asphodels, acanthuses) before your smile (blue orchids, irises) how symbols fade. (the wildflowers)
Πρέπει να υπάρχουν πολλές μορφές ευτυχίας. Τόσες χαμένες καρυάτιδες κάποια θα είναι η σωστή. Τόσοι πλανήτες πλάνητες κάποιοι θα ναι κατοικήσιμοι. Σταμάτησε τους να ανέβεις. Πρέπει να το πιστεύεις. Να προλάβεις την φθίση. Να φθίσεις την πρόληψη. Παντού βιαστικά τρένα. Παντού δάχτυλα απλωμένα.
Κάπου στο γαλαξία ανοίγει ένα κατακόκκινο κιάντι για κάποιο νιόγεννο αστέρι. Εκείνη ακριβώς την στιγμή τα χαμογέλια παύουν μονομιάς και γίνονται καντιφέδες στις αυλές. Βλέπεις, κάποια λουλούδια τηρούν τις υποσχέσεις τους.
Κάποιοι ήλιοι είναι άτια φλογερά που έχουν μικρά γήινα όνειρα για ποτίστρες. Κάποια φεγγάρια είναι πρόσωπα χωρίς ακτές, χωρίς θάλασσες. Δες βλέμμα, γέννημα θρέμμα. Κι αν δεν μπορείς, συλλογίσου: Κάποια μάτια είναι γαλανά μονάχα αν τους εμφανίσεις, τα απόκρυφα αρνητικά τους. Δουλειά τους και δουλειά σου.
........................
There must be too many forms of happiness. So many lost karyatides some will be the right one. So many planets wandering some of them will be habitable. So stop them and get on. You must believe it. To prevent tabes. to tabefy prevention. Everywhere are hurried trains. Everywhere are spreaded fingers.
Somewhere in the galaxy a red chianti is opened for a newborn star. That very moment smiles ceasing at once and become marigolds in the yards. You see, some flowers keep their promises.
Some suns are fiery horses with short earthly dreams for troughs. Some moons are faces without coasts, without seas. Watch this look, born and raised. And if you can not, consider: Some eyes are blue only if you let them show, their esoteric negatives. Their jobs and your job.
ακατάπαυστα στο κατόπι μου ξέρεις εσύ λέξη μεγάλη λεξη ήρεμη λέξη κλειδί σπασμένο στην κλειδωνιά των συναισθημάτων ανυπερθέτως, οριζοντίως και καθέτως, ομφαλοσκοπώντας η σκληρή ματια σου σε κοίτη λυσιτελή, ξεβράζεται ημιθανής ως ψίθυρος δια βίου πλεύσης αντικρυστών χρωμάτων- ανάμεσα στις λέξεις σου χαίνει χάσμα χασμάτων, με ακολουθείς σαν σκιά συκιάς επιτιμητική, αγυάλιστη υπέρβαση αγάπη καθαρή σαν συλλαβίζεις, βιολετιοί και πράσινοι δαίμονες αλλομορφοι δραπετεύουν από το μαυσωλείο του Μόρρισον καμωμένοι από χρυσαλλίδες φθόγγων και εκρού ψυχάρια, με πέταλα από άνθια ψηλά στις πλάτες, με πέταλα από άτια χαμηλά στα πόδια, τι σημασία έχει από τούδε παραμένουσα εικόνα απομένεις, διακαής πόθος α μοναχά να διαβάσω τα χείλη σου τούτη τη στιγμή, κι ας είναι ροδάκινα ρυτιδιασμένα να τα συνδέσω με εντόσθια μέλλοντος, όλα μαζί και χωριστά μια μελωδία μπολιασμένη σε αχόρταγα κλαδιά, στάχτες και σολ σειρά οι μνήμες σου πανσέδες σε παρτέρι από χελώνας καύκαλο- σ' ακολουθώ από παλιά πικροδάφνη λευκή, προτού να γεννηθείς στο κορμί του βράχου, προτού να σε βαφτισω θάλασσα ...................... unceasingly behind me you know, you great word calm word key word broken in the lock of emotions no turning back, horizontally and vertically, your stiff glance navel gazing in effectual bed , washed out half-dead as a whisper in lifelong navigation of confrontational colors- amongst your words gapes the gap of gaps, you follow me like a shadow of a fig tree reprehensive, unpolished excess a love so pure while you're spelling, violets and green altered demons escape from Morrison's mausoleum made of chrysalises of sounds and ecru butterflies, with flower petals high on their backs, with horse petals under their feet, what does it matter from now on now you remain a residual image, an ardent desire oh my, just to read your lips this moment, even if they look like wrinkled peaches and connect them with guts of the future, all together and separately a melody grafted in insatiable branches, ashes and sol keys your memories in a row, pansies in a flowerbed from a turtle's carapace- you white oleander, I've been following you since you were born in the body of the rock, before I baptized you by the name of sea Panagiotis Xourafas
Όλα θα σβήσουν ολα θα σβηστούν, η ατέλειωτη αλυσίδα από όμοιους κρίκους θα διαλυθεί κι αυτή πριν ενωθεί ξανά πριν ενωθούν ξανά, σαν δάκρυα υδραργύρου όλα θα χαθούν, όλα μόνον η θάλασσα -κι είν' αυτό αρκετό- θα γλύψει στον ουρανό χίλιες βαθιές ανάσες, μονάχα η ομορφιά η ίδια με τη λευκή μπαγκέτα της θα διευθύνει τον αγέρα στα μαλλιά της νύχτας κι άμα εκπνεύσει ανάμεσα στις διαμαντένιες μπούκλες, θα αναδυθούν πολιτείες στο πύαρ της αυγής θα βυθιστούν άστρα στη φλούδα του πορτοκαλιού τρεις χιλιάδες ήλιοι αχαρτογράφητοι, στις γραμμές της παλάμης η σιωπή μας ταξιδεύει σε μάτια άγνωστα, μα τα θυμόμαστε ακόμα μα τις θυμόμαστε ακόμα, παλιά στο μέλλον σε δίχρωμη κλωστή να κρέμονται θωπεύοντας τα φουσκωμένα στήθη του παλλόμενου σκότους, οι λέξεις που συλήθηκαν προτού να συλληφθούν. -Χορεύετε; ................. Everything will erase everything will be erased, the endless chain of identical links will dissolve too before joining again before merging again, like tears of mercury everything will be lost, everything, only the sea -and that's enough- will sculpt on the sky a thousand deep breaths, only the beauty itself with its white baguette will conduct the wind in the hair of the night and when expiring among the diamond curls, states will emerge in the colostrum of Eos whole stars will sink in the orange peel three thousand suns uncharted, on the palm lines. our silence travels us in unknown eyes, but we still remember them but we still remember those, long back to the future in two-tone thread hanging and caressing the inflated breasts of pulsating darkness, those words being snatched before they were captured. -Do you dance? Panagiotis Xourafas 12/6/17