Thursday 29 November 2012

Το Βιβλίο Των Νεκρών - The Book Of The Dead

-α-

Στο βιβλίο των νεκρών
αναφέρεται ρητώς:
Σε τούτη εδώ την πόλη
ακόμα και τα δέντρα
είναι εν δυνάμει παράνομα.
Με την πρώτη υποψία
Άνοιξης πάνω τους,
θα εκριζώνονται πάραυτα.


-β-

 Στο βιβλίο των νεκρών
οι μεγάλοι σοφοί λένε
δίχως περιστροφές
πως για τους ανθρώπους
δεν υπάρχει ανησυχία.
Με την πρώτη υποψία
Φθινοπώρου πάνω τους,
θα έχουν και αυτοί
την τύχη των δέντρων.


-γ-

Στο βιβλίο των νεκρών
το φάντασμα είναι στο σπίτι
ενω εμείς στην πόλη.
Κατά μία άλλη εκδοχή,
το σπίτι είμαστε εμείς
και το φάντασμα η πόλη.
Κατά μία τρίτη εκδοχή
το φάντασμα είμαστε εμείς.


-δ-

Στο βιβλίο των νεκρών
δεν υπάρχουν ήρωες 
ούτε καν στα περιεχόμενα.
Πρωταγωνιστούν πάντα
αθώοι μικροαστοί: οι καλοί,
ένοχοι μελαψοί: οι κακοί
και τοξικομανείς: οι άσχημοι.


-ε-

Στο βιβλίο των νεκρών 
ξαγρυπνούνε γυάλινοι
ανθρώποι θεοσκότεινοι,
ωχρές βιτρό φιγούρες
με τα Γαίτικα τους πρόσωπα,
μικρές τετανικές εκλάμψεις
στην αχλή της πόλης
που πεθαίνει διαρκώς 
χωρίς πιά ν'ανασταίνεται.


 -στ-

Στο βιβλίο των νεκρών
σαν πλήκτρα στα δάχτυλα
από άσπρα και μαύρα σύνορα
σελίδα το μπαλκόνι,
μπαλκόνι το καλώδιο,
καλώδιο το φεγγάρι,
όσο το σύμπαν σκύβει μυστικά
στο πορφυρό ηλιοβασίλεμα
θρώσκουν ψηλά οι ημεράλωπες.


-ζ-

Στο βιβλίο των νεκρών
τ'αστέρια πέσαν στον υπόνομο
μαζί με το βλέμμα του παιδιού.
Χαμένο και μαζί ξεχασμένο
φως που φυλακίζει τη σιωπή
σε αναμνήσεις σελιδοδείκτες
σιλυβανθών και γιασεμιών.
Στο τέλος της μέρας όλοι
επιβάτες είμαστε βουβοί
σε λεωφορείο παροπλισμένο.


-η-

Στο βιβλίο των νεκρών
ο ύπνος και ο δίδυμος θάνατος
παλιοί γνώριμοι των χρωμάτων
έχουν μιά ειρήνη φθισική στα μάτια.
Όνειρο είναι η ζωή και το τέλος,
άλλο δεν είναι παρ' η αφύπνιση του.
Ψάχνοντας δειλά δειλά τον ήλιο
πίσω από κεραίες τηλεόρασης,
φουντώνει ο αχός του θιάσου.


-θ-

Στο βιβλίο των νεκρών
το άλικο και το μαύρο σχεδόν
ισορροπούν στο ουράνιο τόξο
των δολίχων ματιών της ψυχής.
Στην τεφροδόχο της θάλασσας
σφυρίζουν τα λόγια της άμμου:
Η ζωή των ανθρώπων αξίζει
όταν λήγει με ήτα και όχι με ήττα.



.........................



 -a-

In the book of the dead

it is mentioned explicitly:
In this city here
even the trees
are potentially illegal.

With the first suspicion
of Spring on them
they will be uprooted at once.



 -b-
 

In the book of the dead
the great sages say

without any rotations
that for humans
there is no concern.
With the first suspicion
of Fall on them
they will also have
the fate of the trees.



-c-

In the book of the dead

the ghost is in the house
while we are in the city.
In another version,

we are in the house
and the ghost is in the city.
In a third version
the ghost is us.

 

-d-

 

In the book of the dead
there are no heroes
even in the contents.
Stars are always
innocent middle class: the good,
swarthy culprits: the bad
and addicts: the ugly.

 

-e-

In the book of the dead

stay sleepless glass
men completely dark,
stained pale figures

with Gaitis like faces,
small tetanic bursts 
in the haze of the city
constantly dying
but no longer resurrecting.

 

-f-
 

In the book of the dead
like keys in fingers

of white and black borders
page to balcony
balcony to cable
cable to the moon
as the universe secretly bends
down the purple sunset

the hemeralopes look high above.
 


-g-

In the book of the dead
the stars fell into the gutter
along with the eyes of the child.
Lost and also forgotten
Light imprisoning silence
in bookmark memories
thistle flowers and jasmines.
At the end of the day we all
are silent passengers
of an abandoned bus.
 


-h-
 

In the book of the dead
Hypnos and his twin Thanatos
old acquaintance both of the colors
have a pthisical peace in their eyes.

Life is a dream and the End
is nothing else but its awakening.
Looking timidly at the sun
behind television antennas,
rages the tumult of the troupe.


-i-

In the book of the dead
the scarlet and the black nearly
balance in the rainbow of the 

horsegram eyes of the soul.
In the urn of the sea
the words of sand hiss:

Human life is worth living when
ending with eta and not defeat.






Panagiotis Xourafas






 

Saturday 17 November 2012

Τι Έχει Συμβεί; - What Has Happened?















Ο βιομήχανος κανει στο αεροπλάνο του σέρβις.
Ο ιερέας αναρωτιέται τι είπε στο κήρυγμά του πριν 

οκτώ εβδομάδες για τους φόρους σαν την δεκάτη .
Οι στρατηγοί βάζουν πολιτικά και μοιάζουν με τραπεζικούς υπαλλήλους.
Οι δημόσιοι υπάλληλοι γίνονται πιό φιλικοί.
Ο αστυνομικός δείχνει τον δρόμο στον άνθρωπο με τον σκούφο του εργάτη.
Ο σπιτονοικοκύρης έρχεται για να δεί αν η παροχή νερού λειτουργεί.
Οι δημοσιογράφοι γράφουν την λέξη Ανθρωποι με κεφαλαία γράμματα.
Οι τραγουδιστές τραγουδούν στην όπερα για το τίποτα. 

Οι καπετάνιοι των πλοίων ελέγχουν το φαγητό στο μαγειρείο του πληρώματος,
Οι ιδιοκτήτες των αυτοκινήτων κάθονται δίπλα στους σωφέρ τους.
Οι γιατροί μηνύουν τις ασφαλιστικές εταιρείες.
Οι επιστήμονες δείχνουν τις ανακαλύψεις τους και κρύβουν τα βραβεία τους.
Οι αγρότες προσφέρουν πατάτες στον στρατώνα.
Η επανάσταση έχει κερδίσει την πρώτη μάχη της:
Αυτό είναι ότι έχει συμβεί.



............................ 



The industrialist is having his aeroplane serviced.
The priest is wondering what he said in his sermon 

eight weeks ago about tithes.
The generals are putting on civvies and looking like bank clerks.
Public officials are getting friendly.
The policeman points out the way to the man in the cloth cap.
The landlord comes to see whether the water supply is working.
The journalists write the word People with capital letters.
The singers sing at the opera for nothing.
Ships' captains check the food in the crew's galley,
Car owners get in beside their chauffeurs.
Doctors sue the insurance companies.
Scholars show their discoveries and hide their decorations.
Farmers deliver potatoes to the barracks.
The revolution has won its first battle:
That's what has happened. 





 Bertolt Brecht

Friday 16 November 2012

Η Πανοπλία Της Μοναξιάς - The Armor Of Loneliness

Στα μαλλιά της είχε ακόμη
το περσινό Mαγιάτικο στεφάνι
που έπλεξε απ' τα λουλούδια
των ακριβοθώρητων νεκρών της.
Στον απόηχο του ιερού χορού
είρπε η λευκή σκιά της Μήδειας
παρέα με τ'αγέννητα παιδιά μας.
Κάτω απ' τα πόδια μας όμως,
το σιωπηλό ποτάμι επέστρεφε
με σκέψεις αποσυνάγωγες,
ανάστροφες ροές-όχι διαρροές
δίχως μπάσταρδα χαμόγελα
και χαύνα ..ώωω και ..ουάου!
Αλλά πάλι, θέλει πολύ αγώνα
ενάντια στην ειμαρμένη σου,
να διαλέγεις το θάνατο που θέλεις
στα δοκιμαστήρια της ζωής.
Δεν είναι κανενός το νούμερο
μα θα φορεθεί πολύ κι εφέτος,
η πανοπλία της μοναξιάς.


.......................



In her hair she still had
last year's May wreath
which she wove from flowers
of her seldom seen deceased.
In the aftermath of the sacred dance
crawled the white shadow of Medea
along with our unborn children.
Beneath our feet, however,
the silent river was coming back
with disowned thoughts,
reverse flows-not leakages
without bastard smiles
and flaccid ..oohs and ..woows!
Then again, it needs great struggle
against your own fate, 
to choose the kind of death you want
in the dressing rooms of life.
It is nobody's figure, but
will also be worn a lot this year,
the armor of loneliness.



Panagiotis Xourafas

Thursday 15 November 2012

Θυσία - Sacrifice





















Πρέπει να έχετε ψυχή που θα είναι ικανή για τρία πράγματα: να υπομένει, να αγαπάει τη ζωή, αλλά και να θυσιάζεται. Τέτοια ψυχή δεν θα έχετε ποτέ, εάν είστε απαισιόδοξοι. Ο απαισιόδοξος δεν μπορεί να θυσιάσει τη ζωή του, γιατί η ζωή γι’ αυτόν δεν έχει αξία και εκείνο που δεν έχει αξία, μπορεί μόνο να «πεταχτεί» και όχι να θυσιαστεί. Όταν ο άνθρωπος προσφέρει κάτι που αγαπάει, τότε θυσιάζεται, ενώ όταν προσφέρει κάτι που μισεί, τότε δεν θυσιάζεται, αλλά το «πετά». (...)


........................................



You must have soul that is capable of three things: to endure, to love life, and sacrificing. Such soul you will never have, if you're pessimistic. The pessimist can not sacrifice his life, because life for him has no value and by having no value can only be "thrown away" and not be sacrificed. When a man offers something he loves, then he is sacrificed, but when he offers something that hates, then there's no sacrifice , but just ''throwing away''. (...)




St. Nikolaj Velimirović

Thursday 8 November 2012

Το Κοκκάρι Της Γης

Την ώρα της ψηφοφορίας άρχισε να βρέχει στην εδώ και μήνες διψασμένη γη μας. Είχαμε να δούμε νερό από τον Μάη. Τελευταία έκανε συχνά πως θα βρέξει, τα μάζευε τα σύννεφα, μαύριζε το στερέωμα, ακούγαμε πως βρέχει σε όλη την υπόλοιπη χώρα αλλά εδώ τίποτα. Του ‘φευγε καμιά σταγόνα του ουρανού πότε πότε, σαν γέροντας που έχει ακράτεια αλλά μόλις περνούσε το μαύρο σύννεφο, ξαστέρωνε πάλι και η βροχή δεν ερχόταν.

Με την έναρξη της ψηφοφορίας για το Μνημόνιο 3 όμως, τα σύννεφα λυθήκανε και μια πολύ ωραία κι ευεργετική βροχή άρχισε επιτέλους να πέφτει. Κοιμήθηκα με το νανούρισμά της και με τη σκέψη στα σκόρδα, στο κοκκάρι, στα μαρούλια, στις λαχανίδες, στο σπανάκι, στη ρόκα, στα μπρόκολα, στα κουνουπίδια, στα σέσκουλα που θα πάρουν τα πάνω τους, που θα βγω το πρωί να τα αντικρίσω γεμάτα ζωή, να κοιτούν με κάθε φύλλο και...κάθε τους κύτταρο ίσια κατά τον ουρανό. Κοιμήθηκα με τη σκέψη στη γη που από αύριο κιόλας θα ξεπετάξει τα μπαχάρια της και θα πρασινίσει ο τόπος.Μ’ αυτές τις εικόνες και με την παρέα του νερού με πήρε ο ύπνος και δεν άκουσα τα ναι, τα όχι και τα παρών, δεν άκουσα τις διαγραφές, ούτε τον Σαμαρά να λέει πως μόλις η χώρα έκανε ένα αποφασιστικό βήμα προς την ανάπτυξη, δίχως να εννοεί τη βροχή βέβαια αλλά τα μέτρα της ύφεσης και της εξαθλίωσης που μόλις είχε περάσει. Τώρα, το πρωί τα έμαθα όλα αυτά.

Βρέχει ακόμα αλλά έχει κι έναν αέρα δαιμονισμένο. Μάλλον είναι ο άνεμος της αισιοδοξίας του Σαμαρά κι έρχεται από την Κηφισιά για να μας εμπνεύσει και να μας μεταλαμπαδεύσει σε κάθε γωνιά της Ελλάδας το όραμά του, το ξεπούλημα δηλαδή των πάντων, ακόμα κι αυτής της βροχής που με νανούρισε χτες και που αποτελεί την μόνη ελπίδα ανάπτυξης για όλη τη φύση γύρω μας.

Μα εμείς Σαμαρα δεν μασάμε από τέτοια. Εμείς είμαστε άνθρωποι, είμαστε πλάσματα κι όχι πιόνια, όχι άτομα, όχι σπουδαγμένα στο κάθε χάρβαρντ αμόρφωτα υπόδουλα γρανάζια. Είμαστε το κοκκάρι της γης που τώρα θα φυτρώσει και ξέρουμε πως η βροχή είναι Ζωή όσο κι αν βαυκαλίζεσαι πως είναι προϊόν για πούλημα. Το ίδιο κι η γη, το ίδιο κι ο ήλιος κι ο άνεμος. Γνωρίζουμε τα απλά που εσύ δεν έμαθες ποτέ σου ή τα έχασες ως δεδομένα, λόγω της πλύσης εγκεφάλου που σε υπέβαλαν τότε στα πανεπιστήμια χειραγώγησης μελλοντικών ηγετών.Γνωρίζουμε πως όλα κάνουν κύκλο. Από τις ξηρασίες στις βροχές κι από τις άνοιξες στα φθινόπωρα. Δεν μας αγγίζουν οι θεωρίες σου οι πρόστυχες. Σε θωρούμε μέσα απ’ το γυαλί και σε λυπόμαστε. Διότι το μόνο που δεν σου μάθανε εκεί που πήγες, είναι πως είσαι κι εσύ από χώμα και νερό, πως ξεπουλάς δηλαδή το κορμί σου το ίδιο.

Το αδούλωτο κοκκάρι της γης, καγχάζει στο άκουσμα όλων αυτών των μέτρων και των πλάνων σου Σαμαρά. Διότι ξέρει καλά αυτό που εσύ αποφεύγεις να σκέφτεσαι. Πως μια μέρα θα φυτρώσει επάνω σου.




 http://yiannismakridakis.gr/?p=2073

Giannis Makridakis


Ικέτιδες Στην Ηλεκτροφόρα Καρέκλα - Hiketides In The Electric Chair




























Aυτό είναι το Έρεβος;
Σαν ένα ε ρε και αποσιωπητικά;
Φοράει το χρυσόμαλλο δέρας του και ετοιμάζεται για εκστρατεία.
Αργα-ναυτική, τρικυμιώδης, δυο χιλιάδες έξι λεύγες εντός της θάλασσας
και έξι χρόνια με παράλληλη πορεία και παράπλευρη απώλεια.
Τι θες να δώσω στην ελευθερία μας πριν αποκεφαλιστώ;
Άλλο ένα έξι να φέρω στα ζάρια θα είναι αρκετό;
Τζογάρω με αχαλίνωτο νεορομαντισμό
και έναν ρεαλισμό που καίει τα αναπληρωματικά σωθικά μου.
Βρες μέσα μου το πιο απαλό σημείο και κοιμήσου.
Αυτό που φτιάχτηκε από το ξεπουπούλιασμα παραδείσιων πτηνών.
Μη σε τρομάζει η απαλότητα που φέρνει η αποδημία από το σώμα τους.
Σου υπόσχομαι πως στο σημείο αυτό θα βρει τόπο το φτερό
που χρόνια τριγυρνάει στον άνεμο,
ανάμεσα σε ηλεκτροφόρες καρέκλες και κάθιδρες ηθικές.
Χρειάζομαι φωτιά, το ανεξελεγκτο,
όχι ηλεκτρόδια με καθωσπρέπει ηλεκτρικές κενώσεις.     


...............................


So this is Erebus?
Like an eh reh and dots?
He puts on his golden fleece and prepares for expedition.
Arga*-nautic, stormy, two thousand six leagues into the sea
and six years in parallel course and collateral damage.
What do you wish to give on our freedom before I am decapitated?
Throwing another six in the dice would be enough?
I gamble with rampant neoromantism
and a realism burning my alternate guts.
Find inside me the softest spot and sleep.
The one made from defeathering birds of paradise.
Don't get scared by the softness that migration from their body brings.
I promise you that in that very point will find a place,the feather
that for years keeps wandering in the wind,
among electric chairs and sweaty ethics.
I need fire, the uncontrolled thing,
not electrodes with decent electrical stools.




Aglaia Milia


* Arga = Slow (in Greek)

Saturday 3 November 2012

How - Πώς

 













Πως ξεπερνάς εκείνο το τρέμουλο στα χείλια σου
πως ξεπερνας το μούδιασμα σε ολο το κορμί
πως ξεπερνάς την ζάλη στο κεφάλι σαν σε σιμώνει
πως ξεπερνάς το βλέμμα στα μαύρα της τα μάτια
πως ξεπερνας τα μαυρα της μαλλιά χυμένα στον λαιμό της
πως ξεπερνάς τον ηχο τον γλυκό στο λόγο της
πως ξεπερνάς εκείνο το χαμόγελο που αστράφτει ακόμα
πως γιατροί αγιάτρευτοι συντρέχετε τον πόνο και τον πόθο
πως ποιητές αποίητοι στοχάζεστε το χτές σαν σήμερα
για μένα ακόμα είναι ενα γλυκόπιοτο ποτό, σαν εκείνο
που εκλεβα κρυφά απο της μάνας μου το αρμάρι,
το γιατρικό της γιατρειάς μου..
Και φερνει ακόμα την κρυφή ελπίδα το άτιμο!
Οτι μετα πενήντα χρόνια καπου θα ανταμώσουμε
στα μάτια λεύτερα να κοιταχτούμε!


......................... 



How you overcome that trembling on your lips
how you overcome the numbness all over the body
how you overcome the dizziness in your head closing
how you overcome the look at her black eyes
how you overcome her black hair spilled around her neck
how you overcome the sweet sound in her talking
how you overcome that smile still sparkling
how you doctors incurable, concur pain and lust

how you poets uncreated, chew yesterday like today
for me it is still a sweet drink, like that
I secretly stole from my mother's cabinet,
medicine of my cure ..

And still carries secret hope the damn thing!
That after fifty years will we meet somewhere
to look free at each other's eyes!



George Mavroeidis
(Translation: Panagiotis Xourafas)

Η Πέτρα - The Stone


















The same arrogance again:
carving your life on another life
as though wanting to release
your own statue in the belief
that you’re freeing the stone.





Titos Patrikios

Παραδοχή - Admission

Νικημένος απ’ το γαλάζιο
με το κεφάλι ακουμπισμένο 
στα γόνατα της σιωπής
πεθαμένος από ζωή

πεθαμένος από νιότη
βουλιαγμένος κάτου απ’ τη φωτιά του
με το φύκι σαλεύοντας στη μασκάλη του-

Το κύμα της μέρας δεν εύρισκε αντίσταση
μήτε σ’ ένα χαλίκι της σκέψης του.

Είταν έτοιμος πια για τον έρωτα
και για το θάνατο.

...................


Beaten by azure
with his head laid on
the knees of silence
dead from life
dead from youth
sunk under his fire
with seaweed budging in his armpit-

Wave of the day didn't find resistance
even on a single pebble of his mind.

He was ready now for love
and for death.


Giannis Ritsos

Thursday 1 November 2012

Άϋλος Αυλός - Immaterial Flute

Άυλος αυλός, ρηχός
σαν τραγούδισμα γρύλων
σε αγάλματα σεντονιών.
Ξύπνημα κάθιδρο γέννημα
των λωτοφάγων σκιών.
Δίπλα σου το αδέξιο βήμα
του τρομαγμένου παιδιού
στο απανέμι της οδύνης.
Χάθηκες φίλε χάθηκες
στις άγονες υποσχέσεις
της ουδετερότητας.

Μάτια ραγισμένα, τρύπια
βλέμματα ασθενικά σαν
καθαγιασμένα μηδενικά.
Νυχτολούλουδα μαραμένα
στις φωταψίες των άνω.
Λένε πως κόπηκες στα δυό 
για να σωθείς, πως όρμηξες
στ' ανήμερο του ωκεανού.
Χάθηκες φίλε χάθηκες
στον αιματόβρυτο χορό
των ιερών κειμένων.

Και σπαρταράν αλύπητα
οι ίριδες, τα αλμυρά της ώχρας
καθως γυρίζουν κι αρμενίζουν
στα πρόωρα και στα πρώρα,
μα τώρα, ποιός ήλιος μοχθηρός
μα τώρα, ποιό φεγγάρι βάλσαμο
σε υποδέχεται στο σπίτι σου;
Τι σχήμα έδωσε η ανάμνηση
των πληρεξούσιων ήχων τους,
στο πρίσμα της επιστροφής;
Χάθηκες φίλε χάθηκες...

....................



Immaterial Flute, shallow
like the singing of crickets
to statues of sheets.
Awakening sweaty creation
of lotus eating shadows.
Beside you the awkward step
of the frightened child
to the leeward of suffering.
You got lost pal got lost
in the barren promises
of neutrality.

Eyes cracked, leaky
Sickly looks like 
hallowed zeros.
Night flowers wilted
under illuminations of the upper.
They say you were cut in two
to be saved, and rushed
to the untamable ocean.
You got lost pal got lost
in the sanguinary dance
of sacred texts.

And writhe mercilessly
the irises, salty parts of ocher
As they turn and sail
in preterm and in the bow,
but now, what evil sun
but now, what balsam moon 
welcomes you home?
What shape gave memory
of their proxy sounds,
through the prism of return?
You got lost pal got lost ...



Panagiotis Xourafas