Saturday 29 January 2022

Οι Τοίχοι Της Κάμαρας - Bedroom Walls





















Οι τοίχοι της κάμαρας
είναι ακόμη ζωντανοί, 
μα έχουν μεγαλώσει πια, 
ιδρώνει η ταπετσαρία τους 
μα όχι και το αυτί τους.

Σαν φιλμ νουάρ σε σίγαση
-γιατί κοιμούνται οι γείτονες-
τα είδωλα αναμετρούνται, 
μα στην αρένα της σιωπής,
τους κρίνει η αυπνία μου.

Οι τοίχοι της κάμαρας 
είναι φτέρες και κόμπρες 
σε βραδινή απόκρυψη,
το φως που περικόβεται 
στη προκρούστεια κλίνη.

Και σαν τραβώντας με 
η συρτή φωνή της νύχτας
-που δεν καταλαβαίνει
διόλου από τηλεκοντρόλ-
ετοιμάζω βαλίτσες.

Οι τοίχοι της κάμαρας 
είναι ακόμη ζωντανοί,
μέσα τους κρύβεται
μιά άγνωστη ήπειρος,
ο μονάκριβος γιός μου.



.......................




The bedroom walls 
are still pretty alive,
but they've grown up,
their wallpapers sweat
but not their ear.

As in a muted film noir
for the neighbors are sleeping,
images confront each other,
finally, in the arena of silence,  
my insomnia judges them.

The bedroom walls
are ferns and cobras
in evening camouflage,
the light being cut off
on the Procrustean bed.

And as I am attracted to
the crawling voice of the night
-that doesn't comply to
any type of remote control-
I go packing my suitcase.

The bedroom walls
are still pretty alive,
an unknown continent
is hidden inside them,
my precious only son.




28/1/22


Panos Xourafas

Saturday 8 January 2022

Η Τελευταία Νύχτα - The Last Night














Γεννήθηκα πίσω από μια πρόσοψη φρικαλέα

Έφαγα γέλασα ονειρεύτηκα ένιωσα ντροπή

Έζησα σαν μια σκια

Μα ήξερα να τραγουδώ τον ήλιο

Τον ήλιο ολόκληρο εκείνον που αναπνέει

Μέσα σε κάθε στήθος και μέσα σε όλα τα μάτια

Τη σταγόνα της αθωότητας που λάμπει μετά τα δάκρυα.



........



I was born behind a horrid facade

I have eaten I have laughed 

I have dreamed I have been ashamed

I have lived like a shadow

Yet I have known how to extol the sun

The whole of the sun that breathes

Inside every chest and inside every eye

The drop of innocence shining after the tears.





Paul Eluard
 

Saturday 1 January 2022

Ο Λούκας και οι μάχες του με την ύδρα - Lucas, sus luchas con la hidra




























ΟΣΟ ΓΕΡΝΑΕΙ, ΤΟΣΟ συνειδητοποιεί ότι δεν είναι εύκολο να την σκοτώσει. 
Εύκολο να 'σαι ύδρα, δύσκολο να την σκοτώσεις, γιατί όσο και να την σκοτώσεις κόβοντας της τα πολλά κεφάλια (μεταξύ επτά και εννέα σύμφωνα με αξιόπιστους συγγραφείς και ζωολόγια), οφείλεις να της αφήσεις τουλάχιστον ένα, αφού η ύδρα είναι ο ίδιος ο Λούκας, κι αυτό που θέλει ο Λούκας είναι να βγεί από την ύδρα αλλά να παραμείνει εντός του Λούκας, να περάσει απ' τον πολύ- στον μονοκέφαλο. Εδώ να σ' έβλεπα, λέει ο Λούκας ζηλεύοντας τον Ηρακλή που δεν αντιμετώπισε ποτέ ανάλογα προβλήματα με την ύδρα και μπόρεσε με μία και μόνο σπαθιά να την μετατρέψει σ' ένα ωραίο συντριβανάκι απ' όπου ξεπηδούσαν επτά ή εννέα πίδακες αίμα. Άλλο να σκοτώσεις την ύδρα κι άλλο να είσαι εσύ αυτή η ύδρα που κάποτε ήτανν μόνο Λούκας και τώρα λαχταράς να ξαναγίνει. Για παράδειγμα, της δίνεις μια στο κεφάλι που συλλέγει δίσκους κι άλλη μια σ' αυτό που τοποθετεί απαρεγκλίτως την πίπα αριστερά στο γραφείο και το ποτήρι με τους μαρκαδόρους δεξιά και προς τα πίσω. Ας δούμε τώρα τι πετύχαμε:
Χμμμ...κάτι καταφέραμε, δυο κομμένα κεφάλια προκαλούν κρίση στα εναπομείναντα, τα οποία πυρετωδώς στοχάζονται και ξαναστοχάζονται εν όψει του θλιβερού επικειμένου. Μ' άλλα λόγια: για μια στιγμή τουλάχιστον παύει να είναι καταπιεστική αυτή η επείγουσα ανάγκη να συμπληρώσει τη σειρά με τα μαδριγάλια του Τζεζουάλντο, πρίγκιπα της Βενόζας (του λείπουν του Λούκας, δυο δίσκοι της σειράς, απ' ό,τι φαίνεται έχουν εξαντληθεί, δε θα τους ξανακυκλοφορήσουν, κι αυτό του χαλάει την ευχαρίστηση ότι διαθέτει τους άλλους. Να κοπεί απ' τη ρίζα το κεφάλι που έτσι σκέφτεται, που έτσι επιθυμεί, που έτσι τυραννάει.) Απο την άλλη είναι ανησυχητικά καινοτόμο το ν' απλώνεις το χέρι σου να πιάσεις την πίπα, κι αυτή να μην είναι στη θέση της. Ας αξιοποιήσουμε αυτή τη θέληση γιά αταξία κόβοντας απ' τη ρίζα αυτό το κεφάλι φίλο του εγκλεισμού, της μπερζέρας δίπλα στο λαμπατέρ, του ουίσκι στις εξήμισι με δυο παγάκια και λίγη σόδα, των βιβλίων και των περιοδικών που σωρεύονται κατά σειράν προτεραιότητος. 
Ωστόσο, είναι πολύ δύσκολο να σκοτώσει την ύδρα και να επιστρέψει στον Λούκας, κι αυτό το συνειδητοποιεί όταν έχει ήδη φτάσει στη μέση της αιματηρής μάχης. Για αρχή, την περιγράφει σ' ενα χαρτί που έβγαλε απ' το δεύτερο δεξιό συρτάρι του γραφείου, όταν, εδώ που τα λέμε, χαρτιά υπάρχουν παντού ολόγυρά του, αλλά όχι κύριε, αυτή είναι η τελετουργία, για να μην μιλήσουμε και για το ιταλικό λαμπατέρ εκτατού βραχίονα τεσσάρων θέσεων εκατό βατ τοποθετημένο σαν γερανός πάνω από εργοτάξιο και λεπτοτεχνικότατα σχεδιασμένο έτσι ώστε η ακτίνα φωτός και τα λοιπά. Κεραυνοβόλο χτύπημα σ' αυτό το κεφάλι καθισμένου αιγύπτιου γραφιά. Πάει άλλο ενα, ουφ. Ο Λούκας πλησιάζει τον εαυτό του, το πράγμα αρχίζει να πηγαίνει καλά. 
Δεν θα καταφέρει ποτέ να μάθει πόσα κεφάλια του μένουν να κόψει, γιατί χτυπάει το τηλέφωνο και είναι η Κλοντίν που του λέει πως πρέπει να πάει τρέ-χο-ντας στο σινεμά όπου παίζεται μια ταινία του Γούντι Άλεν. Προφανώς ο Λούκας δεν έχει κόψει τα κεφάλια με τη δέουσα οντολογική σειρά, γιατί η πρώτη του αντίδραση είναι όχι, με τίποτα, η Κλοντίν βράζει στην άλλη άκρη της γραμμής, Γούντι Αλεν- Γούντι Αλεν, και ο Λούκας μην με πιέζεις μωρό μου αν θες να βγάλεις κάτι απο μένα, πιστεύεις πως μπορώ να εγκαταλείψω έτσι αυτή τη μάχη που αναβλύζει πλάσμα και παράγοντα Ρέζους μόνο και μόνο επειδή εσένα σου 'χει κολλήσει αυτός ο Γούντι Αλεν, πρέπει να καταλάβεις ότι υπάρχουν αξίες και αξίες. Όταν στην άλλη άκρη της γραμμής το Αναπούρνα αφήνεται να γκρεμιστεί σαν ακουστικό στη βάση του, ο Λούκας καταλαβαίνει πως έπρεπε να σκοτώσει πρώτα το κεφάλι που οργανώνει, σέβεται και ιεραρχεί τον χρόνο, ίσως έτσι θα χαλάρωναν όλα ξαφνικά, οπότε πίπα Κλοντίν μαρκαδόροι Τζεζουάλντο ανάκατα και, φυσικά, Γούντι Αλεν. Τώρα πια είν' αργά, τώρα πια ούτε Κλοντίν ούτε λόγια για να συνεχίσει ν' αφηγείται τη μάχη, ποιό κεφάλι να κόψει αφού πάντα θα μένει ενα άλλο πιο αυταρχικό, είναι ώρα ν' απαντήσει στην αλληλογραφία που 'χει μαζευτεί, σε δέκα λεπτά το ουίσκι με τα παγάκια του και τη σοδίτσα του, είναι τόσο ξεκάθαρο ότι έχουν αρχίσει να ξαναφυτρώνουν, ότι το κόψιμό τους δεν χρησίμεψε σε τίποτα. Στον καθρέφτη του μπάνιου ο Λούκας βλέπει ολόκληρη την ύδρα, τα στόματά της και τα λαμπερά χαμόγελα, όλα τα δόντια έξω. Επτά κεφάλια, ένα για κάθε δεκαετία και, σαν να μην έφτανε αυτό, η υποψία πως μπορεί να του φυτρώσουν άλλα δύο, υπακούοντας σε κάποιες αυθεντίες ως προς υδρικά θέματα, αρκεί, φυσικά, να 'χει την υγειά του. 




Julio Cortazar