Ο Ανδρέας Λασκαράτος γεννήθηκε το 1811 στο Ληξούρι, σε μία περίοδο που τα Επτάνησα περνούσαν από την γαλλική στην αγγλική προστασία. Από τη φύση του ήταν πνεύμα ιδιαίτερα ανήσυχο, έξυπνος και ετοιμόλογος. Υπήρξε έντονα σατιρικός και σταθερός στις απόψεις του, παραδίδοντας έργα που έρχονται σε σύγκρουση με τις αντιλήψεις της εποχής του. Το γεγονός ότι δε δίσταζε να εκφράζει ελεύθερα και ανεπηρέαστα τις απόψεις του στηλιτεύοντας την υποκρισία, αποτέλεσε την κύρια αιτία για τη φυλάκιση, τους διωγμούς και τους αφορισμούς που γνώρισε κυρίως από την εκκλησία.
Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω ποίημα του "Είς τον Έρωτα":
Έρωτα, αν θες ναν τα ‘χωμε καλά,
στο σπίτι μου να μη ματαπατήσεις.
Ε που στο λέω κι α θέλεις να με αφήσεις
αναπαμένον, πάει πολύ καλά.
Εγώ μ’ έκαψε η πρώτη κουμπαριά.
Κι αν εσύ τώρα δεν αποφασίσεις
Να πας στο Διάολο και να μη γυρίσεις,
θα ‘ρτω με καμιά ‘μέρα στα χοντρά.
Για δαύτο να με λείπεις κουμπαρόπουλο
μη σου μαδήσω ευκείνες τση φτερούγες,
και σε κάμω να σκούζεις ‘σα γαλόπουλο,
και να τρέχεις κουτσόφτερος τση ρούγες.
Κι εκείνες τση σαϊτες οπού φέρεις
σου τση βάνω ούλες μάτσο εκεί που ξέρεις.
Έζησε ολόκληρη τη διαδικασία της ένωσης με την Ελλάδα και μάλιστα αγωνίστηκε σκληρά ενάντια στα πιστεύω των ριζοσπαστών για άνευ όρων παράδοση των Ιονίων Νήσων στην Ελλάδα. Διέμεινε κατά τη διάρκεια των διωγμών του ανά περιόδους στην Κέρκυρα, τη Ζάκυνθο, το Λονδίνο, ενώ τα τελευταία χρόνια βρέθηκε στο Αργοστόλι.
Ως γόνος πλούσιας οικογένειας γαιοκτημόνων σπούδασε νομικά στο Παρίσι, όμως το επάγγελμα του νομικού το εξάσκησε μόνο όταν είχε οικονομική ανάγκη. Υπήρξε και μαθητής του Ανδρέα Κάλβου, ενώ γνώρισε και τον Διονύσιο Σολωμό, κάτι που ασφαλώς επηρέασε την μετέπειτα πορεία του. Ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία, την ποίηση, ενώ είναι πιο γνωστός ως λιβελογράφος. Ήταν παντρεμένος με την Πηνελόπη Κοργιαλένειου, από γνωστή και εύπορη οικογένεια του νησιού, με την οποία απέκτησε δύο γιους και εφτά κόρες.Εξέδωσε αρκετές σατιρικές εφημερίδες όπως ο "Λύχνος", καυτηριάζοντας αδιακρίτως την ανηθικότητα, την αδικία, την υποκρισία. Πολλές φορές καταφέρθηκε εναντίον των πολιτικών και της ανικανότητάς τους, ενώ πολέμησε σκληρά τις θρησκευτικές προλήψεις και δοξασίες,κυρίως δε την αυθαιρεσία της θρησκευτικής αρχής. H εκκλησία έπαψε τον αφορισμό τελικά, ένα χρόνο πρίν το θανατο του ποιητή σε ηλικία 90 ετών, το 1901.
Υπάρχουν πάρα πολλές χιουμοριστικές ιστορίες που του αποδίδονται,οπως αυτή:
Κάθε απόγευμα, κάνοντας την βόλτα του στο Ληξούρι
ο Ανδρέας Λασκαράτος, περνούσε κάτω από το σπίτι ενός φανατικού εχθρού του, μιας και ο ποιητής τον είχε περιλάβει πολλές φορές με τα άρθρα του στην εφημερίδα του.Θέλοντας κι εκείνος να πάρει το αίμα του πίσω , και για να προσβάλει το Λασκαράτο, μια μέρα την ώρα που ο ποιητής περνούσε ακριβώς κάτω από το μπαλκόνι του , τού πέταξε δυο κέρατα, αφήνοντας έτσι σαφές υπονοούμενο για την ηθική της κυρίας Λασκαράτου. Ο Λασκαράτος με το που τα βλέπει τότε να σκάνε μπροστά τα πόδια του, γυρνά ατάραχος το κεφάλι ψηλα κατά το μπαλκόνι και λέει στον εχθρό του:
“Χτενίζεσαι, σιορ Γερασιμάκη μου; Χτενίζεσαι;»
Andreas Laskaratos
No comments:
Post a Comment