Θα φύγω μιά μέρα απ' ολα τα σπουδαία Όταν τα αιώνια παιδιά της πόλης
συνθλίψουν την ακαμψία της νυχτας,
την φαρμακερή αυτή έχιδνα, μεταμορφώνοντας την
Σε δυό πεντάλευκα περιστέρια.
Όσο να φανούν τα πτερουγίσματα
βουβα μοιράζομαι τη θλίψη
της σταγόνας που αργοκυλά στο τζάμι
σαν πνιχτό κλάμα μικρού παιδιού'
βουβά ακούω την απόγνωση της άμμου
που διαπερνά την οσφή της κλεψύδρας
σαν βόλι στό στέρνο βαμβακένιου στρατιώτη'
βουβά σμίγω την γκρίζα όψη τ' ουρανού σας
με το λαύρο φώς της κάμαρης,ανοίγοντας η πόρτα μας.
Θα φύγω μιά μέρα απ' ολα τα σπουδαία
Με το πρωινό τρένο των λουλουδιών
στα στήθια ανείπωτων ονείρων,
μα αλήθεια σας ξορκίζω μην γελιέστε
άλλο και γω δεν είμαι,όμοια με σας
Απελπισμένος τιμονιέρης, μα ελπίζω.
Γιατί "Ελπίδα είν' αυτό με τα φτερά".
Ο ήλιος λιώνει τις μέρες με ταχύτητα
χιλίων μαργαρίτων το δευτερόλεπτο
κι' οι νύχτες σαν μοχθηρές πρόκες
καρφώνουν τις παλάμες στο σταυρό
πλάι στού σταύλου τ'αχυρένιο λίκνο,
όμως εγώ θα συνεχίσω να ελπίζω
Γιατί η ζωή είναι αμέτρητα γλαυκή
με λίγη δόση πεθαμό στα χείλη:
Μια στάλα πικραμύγδαλου, και ιδού η αθανασία.
Θα φύγω μιά μέρα απ' ολα τα σπουδαία
Σαν ξαναντικρύσουμε τα Τείχη,
Σαν γίνουμε εκ νέου προσκυνητές στην Αμοργό,
Σαν χαράξουμε πάλι το Μονόγραμμα στης ψυχής το μέταλλο,
Σαν ξαναφορέσουμε Σύννεφα με παντελόνια.
Σε τούτο το ιδιωτικό κάλεσμα πρώτη φορά
Ας μετρηθούμε δίχως να μετρήσουμε.
............................
I'll leave from every grandeur one day
When the eternal youth of the city
crushes the rigidity of the night
that poisonous viper, transforming it into
Two pearly white doves.
Till hoverings appear
Speechlessly I share the sorrow
of a raindrop rolling slowly on the pane
like the stifled crying of a little kid
Speechlessly I hear the despair of the sand
penetrating the waist of the hourglass
like a bullet in the chest of a soldier in cotton
Speechlessly I mingle the grey face of your sky
with our vociferous bedroom light,as the door opens.
I'll leave from every grandeur one day
with the morning train of flowers on the breasts of ineffable dreams,
but truly I exorcise you, don't be fooled
I am no other -just like you- than a
Desperate pilot, but I hope.
Because Hope is "The One With Feathers"
The sun melts the days with a speed of
a thousand daisies per second
and the nights like sinister nail
spike palms on the cross, beside
the barn's chaffy cradle,
but I will keep on hoping
because life is inappreciably wonderful
with a little death on the lips:
One drop of bitter almond, and behold:Immortality.
I'll leave from every grandeur one day
when we will look again at the Walls,
when we will once again become pilgrims in Amorgos
when we will carve again the Monogram on soul's metal
When we will wear again Clouds With Trousers.
At this private invitation for the first time
Let us count ourselves in, without counting.
Panagiotis Xourafas