Saturday, 27 December 2014

Όχθη - Shore






















Eίμεθα στη όχθη σαν προβλήτες 
Tα χέρια μας απλώνονται στον ουρανό 
Kαι κατεβάζουν τα πουλιά 
Kαι τα κελεύσματα των οδοιπόρων. 

Mία γυναίκα κάποτε μας σταματά 
Aν δεν γελάσει πρόκειται να βρέξη. 



.................




We are like piers in a shore
Stretching our hands to the sky
Bringing down the birds

And the invitations of travelers.

Every now and then a woman stops us.
If she doesn't laugh, it will rain.





Andreas Empeirikos

Saturday, 20 December 2014

Σίγμα - Sigma

















Στην αρχή ο έρωτας
Σε κάθε πιθανή εκδοχή.
Στο τέλος ο θάνατος
Σε κάθε πιθανή εκδοχή.
Στο μεταξύ, χαμένος χρόνος.




...........



At first love
In every possible scenario.
At the end death
In every possible scenario.
Meanwhile, time lost.





Panagiotis Xourafas

Wednesday, 17 December 2014

Φεγγάρι Χειμωνιάτικο - Winter Moon






















Με κύκλωσε στου ουρανού το περιγιάλι
φεγγάρι χειμωνιάτικο θλιμμένο
κι όσο ξεχνούσαμε τη γλώσσα των ανέμων
τόσο σιγόκαιγε το μέλλον το χαμένο
πως θά ρθει σύντομα μιά αλήθεια άλλη.




.................



On heavens shore encircled was I
by a sad winter moon, and while   
we forgot the language of the winds 
lost future kept smoldering
that will soon come another truth.





Panagiotis Xourafas

Tuesday, 16 December 2014

Μελλοντικός Επισκέπτης - Future Guest


















I.

Ξύπνησα μετά απο καιρό
Οι άνθρωποι έλειπαν
Δεν μου είπαν καλημέρα, 
μονάχα τις ρυτίδες μου ψηλάφισα 
να μου πουν ιστορία απο τα παλιά.



II.

Ήταν τραγούδι λαμπερό
πέρα απο τα κύματα γραμμένο
χοροπηδούν οι στεριανοί
χαμογελούν οι ναυτικοί
γλεντούν τον φάρο τον ανορίωτο.


III.

Tρύπιους έλεγα κάποτε τους φίλους μου
αυτούς που τελικά δεν μου έδωσαν πολλά
μα πάντα απ' τον καθένα κατι λίγο παίρνω
Ναρκωτικά δανείζονταν τον λήθαργο
Και καθυστερημένα επέστρεφαν τον τόκο, τη ζωή.


IV.

Θέλω τόσο στα βουνά να ταξιδέψω
δεν με φοβίζει αν το τοπίο είναι λευκό
την ενέργεια που κρύβω θα μαζέψω, 
όσο γίνεται ψηλά θα ανεβώ.


V.

Με κύκλωσε στου ουρανού το περιγιάλι
φεγγάρι χειμωνιάτικο θλιμμένο
κι όσο ξεχνούσαμε τη γλώσσα των ανέμων
τόσο σιγόκαιγε το μέλλον το χαμένο
πως θά ρθει σύντομα μιά αλήθεια άλλη.


VI.

Δεν είπα. Δεν άγγιξα.
 Έρχεσαι πάντα πρωινή ώρα,
βόλτα με την θάλασσα. Δεν θα μιλήσω. 
Θα διώξω το λουρί της άνοιξης 
απ' το στήθος σου.
Είμαι ελεύθερη. Είσαι ελεύθερος. 
Και η ελευθερία έχει πάντα, 
μια ανυπέρβλητη λαχτάρα:
Το ανικανοποίητο.




........................




I.

I woke up after a long time 

People were missing 
They did not tell me good morning, 
fumbled only my wrinkles
to tell me a story of the past.


II.

It was brilliant song 
written beyond the waves 
landlubbers hop
seamen smile
celebrate the boundless lighthouse.


III.

Hollow I once said my friends 
those who ultimately did not give me much 
but always I get a little something from everyone
Drugs borrowed lethargy 
Belatedly returning interest, life.



IV.

I want so much
to travel in the mountains
doesn't scare me if the landscape is white 
my hidden energy I will gather, and
as high as I can I will ascend.


V.

On heavens shore encircled was I
by a sad winter moon, and while   
we forgot the language of the winds 
lost future kept smoldering
that will soon come another truth.


VI.

I did not say. Not touched. 

You always come in morning time, 
riding on with the sea. I will not talk. 
It will take away the leash of the spring 
from your chest. 
I am free. You're free. 
And freedom is always, 
an insuperable longing: 
The unsatisfied.







Panagiotis Xourafas 
(in italics) 




Monday, 15 December 2014

Τόπι - Bolt Of Cloth





Μην εκλιπαρώντας
για σωτηρία, έρχεται η ζωή.
Παρά τα περί του αντιθέτου
Το σάβανο και το σπάργανο 

ραφτήκαν απ' το ιδιο τόπι. 
Μια δοκιμή όμως δεν θα πείσει 

ούτε καν την αιωνιότητα.



..............



Without any pleading  
for salvation, life comes to life.
Despite the contrary
the shroud and the diaper
had sewn from the same bolt.
A trial still won't convince anyone
not even eternity.






Panagiotis Xourafas

Thursday, 11 December 2014

Υπερχορδή - Hyperstring



















Να ισορροπείς
στήv υπερχορδή
του σύμπαντος
-πώς μπορείς;
να εισαι ακίνητος
να πέφτεις
στο κενό
παραπατώντας,
-πώς μπορείς;
να βγάζεις
υπερμουσική
γλιστρώντας
απ τη ροζέττα
στην μαύρη τρύπα
του γαλαξία
-πώς μπορείς;
Σε ποιό παραλληλο
σύμπαν
μικρό και μέγα
γεννηθήκαν
οι αισθήσεις σου
οι αισθήσεις μου
πόσες ώρες
αιώρες,
πόσοι Ωρίωνες
αμφιτρύωνες,
σε πλήρωσαν
-πώς μπόρεσες;
με αντίτιμο
μια πορφυρή
σιωπή;



....................




Το balance 
On the superstring
of the universe
-how can you?
to stand still
to fall down 
into the void
stumbling,
-how can you?
to make 
hypermusic
sliding from
the rosette
to the black hole
of the Milky Way
-how can you?
In what parallel 
universe
micro and mega
were born
your senses
my senses
how many hours
as hammocks,
how many Orions
as landlords,
paid you off
-how could you?
with price
 just a purple 
silence?




Panagiotis Xourafas



 

Wednesday, 10 December 2014

Τυφλό Σκαρίφημα - Blind Sketch

 
 















Σαν το φτερό στον άνεμο
Ο Ίκαρος που είναι μέσα
Στις μπερδεμένες μολυβιές
Χάνεται ώσπου να δεθεί
Στο αλεξίπτωτο του φόβου.
Σαν ψυχή που γδύνεται
Απο το καθημερινό έρμα
Στου ονείρου την πτήση
Εκεί που τα περιττά τα λόγια
Εξορίζονται,σε παγερή φωτιά.




....................




Like a feather in the wind
Ikaros the one inside
Convoluted pencil strokes
Getting lost until is tied to
The parachute of fear.
As soul that's stripped
From diurnal ballast
On a dream's flight
Where needless words
Are exiled in icy fire.
 
 
 
 
 
Panagiotis Xourafas

Saturday, 22 November 2014

Έναστρον - Starriness
















Εξω ο σκοτεινός
ασφαλτόδρομος 

με το φωτόδερμα
της αιθάλης,
σώμα χωρίς αρχή 
και χωρίς τέλος.
Μέσα η μελιηδεία
-μα τόσο ανιαρή-
παρουσίαση, 
μιάς ενδιαφέρουσας
δολοπλοκίας λέξεων.



Τι κι αν το συνώνυμο
για το άπειρο ειναι
ανάμεσα στο άπυρο
και στο διάπυρο;
Τι κι αν το αντώνυμο
για το άπειρο είναι
ή όχι το ανάπειρο;
Απαγγέλλει μα
δεν απαγγέλεται,
η οδύνη της ποίησης. 


Απορία:
Τι κάθεται ο ποιητής
μπροστά στην πόρτα;
Nα εμποδίσει αυτούς
που μπαίνουν ή αυτούς
που βγαίνουν;





......................




Outside the dark
asphalt around the
radiant skin of smoke,
a body with no beginning
and with no end.
Inside, the sweet

as honey, but  
so very dull
presentation,

of an interesting
intrigue of words.



What if the synonym
for infinite or inexperienced
is between fireless and fiery?
What if the antonym
for infinite, is
in fact, finite or cripple?
It recites but
can not be recited,
the anguish of poetry.


Query:
Why the poet is standing
before the door?
To prevent those
entering or those
coming out?







Panagiotis Xourafas






Wednesday, 19 November 2014

Η Λύπη Που Λείπει - Sadness Missing

























                         
                       Ι

Λίγο πριν, ενα κεφάλι
περιστεριού στο κράσπεδο
ευθυγραμμίζεται σαν νήμα
με την οφειλή που πληρώνει
με ένα βασιλικό στο χέρι.
Έρωτας άνευ όρων.


                      II

Σε κοιτάζω πάντα αγάπη
όπως την πρώτη φορά:
Οι γραμμές του μετώπου σου
ειναι οι μάχες που ακόμα δεν έδωσα' 
στα μετόπισθεν κάθετα όνειρα 
επιχρωματίζουν τις φυλακές μας. 
Αναχωρώ. Σε συντεταγμένων θαλασσών
τα αχαρτογράφητα νησιά ερίζω, αναζητώ-
ντας το ελεύθερο υποπολλαπλάσιο.


                    III

Ετσι ήθελε η καρδιά.
Φανερά να χωριζόμαστε,
μυστικά να σμίγουμε
σε ιδιόκτητα κελιά
απο νερό και άργιλο,
με μια πρωτόλεια κραυγή.


                     IV

Γυμνοί υπό το σεληνόφως
αποκρυπτογραφούμε
ένα καινούργιο σύμπαν.
Αφού στο απόγειο του
κύματος είναι η λύπη
που λείπει, κι ακροβατεί
η φθορά ως συνειδητότητα,
που τελειώνει το τέλος
που αρχίζει η αρχή;




...........................





                    I

Shortly before, a head
of a dove on the wayside
is aligned like a thread
to the debt paying
with a basil in hand.

Unconditional love.


                   II

I look at you love always
like the first time:
The lines of your face
are the battles I have not yet
fought' 

in the rear, vertical dreams
counterstain our prisons.
Ι depart. In uncharted islands 

of coordinated seas I dispute,
seeking for free submultiple.



                   III

So wanted the heart.
Separate clearly,
Mingle secretly
in private cells
made of water and clay,
with a cry of juvenilia.



                    IV

Naked in the moonlight
we decipher
a new universe. 

But if, on the peak of
the wave sadness is that
is missing, and waste 

acrobats as consciousness,
where does the end ends
and where the beginning starts?
 





Panagiotis Xourafas 

Tuesday, 11 November 2014

Ου Κλέψεις - Thou Shalt Not Steal


























Ου κλέψεις τον ήλιο,
την αυγή μην πεθυμήσεις
όταν ο ανθός της απροκάλυπτης ντομπροσύνης
νυμφευτεί την εντιμότητα του γαλάζιου
τότε θα αποφανθεί ο εσωτερικός δικαστής.
Γλύκα της ανοιξιάτικης ραστώνης
τ' όνειρο του παιδιού απο λευκό ξεφτισμένο δέρμα
κι ο ουρανός οι ίριδες των λησμονημένων.

Ου κλέψεις την ορμή,
την παρόρμηση των αγγέλων 
να κρυφοκοιτάξουν απο το φινιστρίνι της μνήμης
στην κόλαση των παιδιών. Πάλι θυμός και θλίψη
και ντροπή κολλημένα ολα με σελοτέιπ
στο τζάμι του παραθύρου του παιδικού δωματίου.

Ου κλέψεις τα δάκρυα,
που τρέχουν γαλήνια στο κατόπι των αθώων παρειών
της νύχτας. Μα δεν αντίκρισε ποτέ η μέρα σιωπή
τόσο ανίερη και άγονη, όπως εκείνη των παλιών παπουτσιών
εκεί στο πορτμπαγκάζ της παλιάς mercedes.



.........................................




Thou shalt not steal the sun,
at dawn do not desire
when the flower of unprejudiced uprightness
is engaged to the honesty of blue
then the inner judge will decide.
Sweetness of spring indolence 
the dream of the child out of white frayed leather
and the sky is the irises of the forgotten.

Thou shalt not steal the rush,
the impulse of the angels 
to peek from the porthole of memory
through children's hell. Again anger and sadness
and shame all stuck with sellotape
on the window pane of the child-room.

Thou shalt not steal the tears,
running out peacefully after the innocent cheeks
of the night. Never has the day ever seen a silence
so unholy and barren, as that of the old shoes
inside the porte-bagages of the old mercedes.







Panagiotis Xourafas





Monday, 10 November 2014

Τι Κριμα Που Γκρεμίστηκε Το Τείχος - What A Pity The Wall Was Shattered

















 
 


Πρώτα πιστεύαν οι από κει
πώς εδώ ζούσε η Ελευθερία
και οι από δω πως από κει
υπήρχε η τάξη κι η εργασία.


Τώρα διαπίστωσαν μαζί
ότι το τείχος δεν έπρεπε να γκρεμιστεί
γιατί ήταν άξιο μόνο του να συντηρεί
και τάξη και αξιοπρέπεια κι ελευθερία
το βράδυ μες στην ονειρική τους φαντασία.


Τι κρίμα που γκρεμίστηκε το τείχος
Και τώρα πώς να ζεσταθεί
Μες στην καρδιά το ψύχος;



 
......................




First the people from the other side
believed that here lived Freedom
and the people here that over there 
existed order and employment.

Now both sides realized that 
the wall shouldn't have been crumbled
'cause it was able by itself to maintain
orderliness and dignity and freedom
at night in their dreamy imagination.

What a pity the wall was shattered
And now how is it possible warming up
the coldness inside their hearts? 







Manos Hatzidakis
 

Saturday, 8 November 2014

Γιατί Να Γεμίζει Η Καρδιά - Zertako Bete Bihotza

 












 




Γιατί να γεμίζει η καρδιά 
με τόσες πολλές λέξεις, τη γη, την ελπίδα, 
με την αγάπη;

Γιατί η καρδιά είναι άδεια

χάνοντας τόσους στίχους; 
Είναι πάντα ξέχειλη η καρδιά 
πάντα άδεια, 
κι όλο κυλάει.



...................



Zertako bete bihotza
hainbeste hitzez, lurrez, esperantzaz,
maitasunez?
 
Zertako hustu bihotza
hainbeste bertso galduz?
Gainezka gelditzen da beti, bihotza
beti hutsik,
eta dariola.









Joxe Azurmendi
 
 

Tuesday, 4 November 2014

Αγέννητο - Unborn






















Έχει γίνει ενα κομμάτι
Δικό μου. Ισως και να εγκαταλείψω 

Το ποίημα. Δεν θα το μάθαινε κανείς
Εκτός απο μένα. Θεέ μου θα πρεπε να ξέρω

Ποτέ ξανά να μην αρχίσω
Ένα ποίημα. Τώρα που η αρχή

Έγινε, δεν έχω κανένα δικαίωμα
Να πω τέλος. Κανένα δικαίωμα.

Εγκυμονώ μία ημέρα
Και δεν πρέπει να τη λέω ημέρα.

Ξέρω την γέννηση του
Αλλά όχι την ημερομηνία γέννησης του.

Τότε το ποίημα θα ζήσει, θα ζήσει
Έξω από την ζωή μου.

Θα το τυλίξω 
Σε χαρτί. Θα το αφήσω στο σκαλοπάτι σου.



 
 .................................





It has become a part
Of me. I might try to abort

The poem. Noone would know
But myself. God I should have known

Never again to start
A poem. Now that the start

Is made, I have no right
To say the end. No right.

I am pregnant a day
And must not call it a day.

I know its birth
But not its date of birth.

Then the poem will live, will live
Outside my life.

I will wrap
It in paper. Leave it on your step.






Paul Muldoon

Sunday, 2 November 2014

Σκατζόχοιρος - Hedgehog





















Το σαλιγκάρι κινείται
Σαν χόβερκραφτ,
Σηκωμένο ψηλά από ένα λαστιχένιο
Μαξιλαράκι δικό του, όσο μοιράζεται το μυστικό του
Με τον σκατζόχοιρο. Ο σκατζόχοιρος
Δεν μοιράζεται το δικό του μυστικό με κανένα.
Του λέμε "Σκατζόχοιρε, βγες έξω
Απο σένα και θα σ'αγαπήσουμε.
Δεν θέλουμε το κακό σου. Θέλουμε
Μονάχα να ακούσουμε αυτό
Που έχεις να μας πείς. Θέλουμε
Απαντήσεις στις ερωτήσεις μας."
O σκατζόχοιρος δεν μας αποκαλύπτει
Τίποτα, κρατώντας το όλο για τον εαυτό του.
Αναρωτιόμαστε τι έχει ένας σκατζόχοιρος
Να κρύψει, γιατί να είναι τόσο δύσπιστος.
Ξεχνάμε τον θεό
Κάτω απο αυτό το ακάνθινο στεφάνι.
Ξεχνάμε οτι ποτέ ξανά δεν
Θα εμπιστευτεί ενας θεός τον κόσμο.



..................




The snail moves
Like a hovercraft,
Held up by a rubber
Cushion of itself, sharing its secret
 
With the hedgehog. The hedgehog
Shares its secret with noone.
We say 'Hedgehog, come out
Of yourself and we will love you.

We mean no harm. We want
Only to listen to what
You have to say. We want
Your answers to our questions.'

The hedgehog gives nothing
Away, keeping itself to itself.
We wonder what a hedgehog
Has to hide, why it so distrusts.

We forget the god
Under this crown of thorns.
We forget that never again
Will a god trust in the world.






Paul Muldoon