Τον Γενάρη του 1919, ο Φραντζ Κάφκα γνωρίζει την Τζούλυ Βόρισεκ, κόρη ενός υπαλλήλου της συναγωγής, σε ένα κατάλυμμα στο Σλέσεν, που είναι γιά τη θεραπεία του από τη φυματίωση. Τον Οκτώβριο ο προγραμματισμένος γάμος ακυρώνεται. Toν Ιούλιο του 1920, συναντιούνται για τελευταία φορά. Ο Κάφκα το περιγράφει αυτό στην Μιλένα Γέσενσκα, αλλη μιά γυναίκα της ζωής του :
Γενικά,σήμερα τα πράγματα
ήταν πιό ήσυχα. Συγκρατήθηκα,
κατάφερα να μιλήσω χωρίς πάθος
γιά το Μεράνο.
Η ατμόσφαιρα ήταν λιγότερο τεταμένη.
Όμως σαν ξαναμιλήσαμε γιά το επίμαχο θέμα,
έμεινε ώρα πολλή κολλημένη πάνω μου
τρέμοντας σύγκορμη στην Κάρλπλατζ .
Έκανε την τελευταία της ερώτηση,
αυτήν εμπρός στην οποία
είμαι πάντα ανυπεράσπιστος:
''Δέν μπορώ να φύγω,αλλά πάντως
αν με διώξεις θα φύγω.Με διώχνεις;''
Απάντησα: ''Ναί''.
Εκείνη τότε:
''Ούτε τώρα μπορώ να φύγω''
.................
In January 1919, Franz Kafka meets Julie Wohryzek (1891-1944) , daughter of a synagogue servant, in a pension in Schelesen, in which it is for recovery. Around October ,their planned marriage fails, because an intended dwelling was otherwise assigned. In July 1920, they had their last well-known meeting. Kafka describes this to Milena Jesenska :
Today things were more quiet.
I restrained myself, and managed
to talk with no passion about Merano.
The atmosphere was less intense.
But when we talked again
about the main subject,
she stayed stuck to me
quivering all over ,in Karlplatz.
He asked me her last question,
the kind of question
I am always helpless :
"I can't leave but,
if you send me away,I'll go.
Are you rejecting me?"
I replied "Yes".
Then she said:
"Even now I can't go away."
Franz Kafka
No comments:
Post a Comment