Thursday, 30 September 2010

Υμνος - Anthem

 Στούς σκοτεινούς καιρούς που διάγουμε, που άμα δηλώνεις Έλληνας αυτόματα κυκλώνεσαι από ντροπή, απογοήτευση και μελαγχολία, για να οπλιζόμαστε με θάρρος ας ανατρέχουμε στην ένδοξη πολύχρονη ιστορία μας. Σήμερα που τη λέξη πατρίδα κάποιοι την βαφτίσανε παρτίδα και το "αμύνεσθαι περί πάτρης" το έκαμαν "αμύνεσθαι περί πάρτης". Σήμερα που μιλούν πολύ οι γνωστοί απάτριδες και στον αντίποδα οι επαγγελματίες υπερπατριώτες. Σήμερα, ας διαβάσουμε τις παρακάτω γραμμές του σπουδαίου Ελληνιστή Αργεντίνου ποιητή Οράσιο Καστίγιο, που έφυγε πρόσφατα :

Σε γνωρίζω από την κόψη του φωτός την τρομερή,
από το θαλασσινό ανέμισμα του δωρικού χιτώνα,
σε γνωρίζω από το γλυπτό του μοσχοφόρου,
κι από το γέρσιμο της Νίκης που πάει να λύσει το σανδάλι της,
σε γνωρίζω από τον φοίνικα της Δήλου κι από το όνομα της Ναυσικάς
από το ποτήρι που ο Εκτορας υψώνει για τη λευτεριά στη ραψωδία Η της
Ιλιάδας,
σε γνωρίζω από τα βιολετί μάτια και το μελί χαμόγελο,
σε γνωρίζω από τον βασιλικό στη γλάστρα του μεσημεριού,
από τη λέξη θάλασσα, από τη γεύση της ελιάς,
από τα σανδάλια του Μελισσινού στην οδό Πανδρόσου,
σε γνωρίζω από τον Μανώλη Γλέζο που σκαρφάλωσε στην Ακρόπολη
και κατέβασε τη σημαία με τη σβάστικα,
από τον Αμφίμαχο που πήγαινε στη μάχη χρυσοστόλιστος σαν κοπελίτσα,
από το ΟΧΙ που γέμισε δάφνες την Πίνδο,
από τον ξωμάχο που βρίσκει ένα μαρμάρινο κεφάλι και το βάζει στη
μασχάλη του σαν κολοκύθα,
σε γνωρίζω από τον καστανά και τον σφουγγαρά,
από τον Κλεόμβροτο που έπεσε από τα τείχη της Αμβρακίας, μόλις
διάβασε τον Φαίδωνα,
από την παρθένο που τραγούδησε σαν κουκουβάγια πάνω από τη στέγη,
από την οδό Λέπσιους 10 της Αλεξάνδρειας, όπου έζησε ο Καβάφης,
σε γνωρίζω από τη Γοργόνα που ρωτάει τον ναυτικό: Ζει ο Βασιλιάς
Αλέξανδρος;
από το φυτό εκείνο με τη μαύρη ρίζα και τα γαλακτόχροα άνθη που οι
θεοί αποκαλούνε μώλυ,
από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο που έριξε κάτω το σκήπτρο και το στέμμα
και πέθανε σαν απλός στρατιώτης,
από το φως των Μυκηνών, από το μάτι του φυλαχτού,
από την ταβέρνα του Κώστα, όπου υπήρξα ευτυχής,
από τις Σουλιώτισσες που ρίχτηκαν η μια μετά την άλλη
στον γκρεμό,
από το Ζ που είναι χαραγμένο στους τοίχους του Αδη. 

...........................................
I know you from the frightful edge of the light
from the maritime waving of doric tunic,
I know you from the sculpture of the calf-bearer,
and from the stoop of Nike trying to unlace her sandal,
I know you from the palm tree of Delos and the name of Nausikaa
from the glass Hector raises for freedom in the H rhapsody of Iliad,
I know you from violet eyes and smile of honey,
I know you from the basil in the flower pot of the midday,
from the word "thalassa" ,from the taste of olive,
from the sandals of Melissinos in Pandrosou street,
I know you from Manolis Glezos that climbed up to the Acropolis
and took down the flag with the swastika,
from Amphimachus that went in the battle ornate in gold like a lady,
from "No" that filled up Pindos with laurels,
from the peasant that finds a marble head and puts it in his armpit as a pumpkin,
I know you from the chestnut seller and the sponge diver,
 from Kleombrotus who fell down the walls of Ambracia as soon as he read Phaedon,
from the virgin singing like an owl on the roof,
from 10 Lepsius street in Alexandria where Cavafy lived,
I know you from the Gorgon asking the seaman:"Is king Alexander alive?"
from this plant with the black root and the milky petals that Gods call "moly",
 from Constantine Palaeologus who threw down the scepter and the crown
and died as a common soldier,
from the light of Mycenae, from the eye of the talisman,
from Costas' tavern, where I was happy,
from the dancing women of Souli that fell down the cliff one by one,
from "Z" which is carved on the walls of Hades.



Horacio Castillo




Wednesday, 29 September 2010

Economy Of Art

In art economy is
always beauty

.......................

Στην τέχνη οικονομία
είναι πάντα η ομορφιά




Quote by:
Henry James
Painting:
Marie Denise Villers
(Young Woman Drawing)

Monday, 27 September 2010

Eternity

Αφροδίτη από αρμύρα,
ζάχαρη και φως,
σαν την αγάπη
που λουλουδίζει
στον αποχαιρετισμό του θερους
μια αντιφεγγιά λαχτάρας  
πέρα απ´ το σκοτεινό σεντόνι
του αίματος σου.

Αφροδίτη από αρμύρα,
ζάχαρη και φως, 
σαν την μέρα που
φεύγοντας 
έκρυψε στην τσάντα σου
τον Ήλιο.
Εικόνα γλυκιά-
στο ενδοκάρδιο της νύχτας
κυπαρισσένια ανάμεσα στα πεύκα,
μ' άλικο σπάγγο 
το φεγγάρι κράταγες.

Είναι αυτό Αιω-νιότης:
Σαν με κρατάς στο άρμα της Αυγής
ένα κουάρτο πριν το χάραμα, 
μέσα από τον κουρνιαχτό 
τού Ποτέ
εγώ να σου φωνάζω: 
Γιά Πάντα. 

..............

Aphroditi of saltiness,
sugar and light,
like love
blooming
in farewell to the summer,
a distant glow of yearning
away from the dark sheet
of your blood.

Aphroditi of saltiness,
sugar and light,
like the day that 
when leaving 
hid inside your bag
the Sun.
A sweet picture-
in the night's inner heart
cypress like among pine trees,
with a red string
you held the moon.

This is Eternity:
As you hold me in the chariot of Eos
a quarter before the dawn
through the dust of
Never
I will be calling you:
Forever.


Panagiotis Xourafas

Δεν Λες Κουβέντα - You Are Not Saying A Word

"Έχουν περάσει σχεδόν αρκετά χρόνια από τότε που κυκλοφόρησε το Φράγμα. 
Πολλά πράγματα δε θυμάμαι ούτε τη συνάντηση ούτε και τον τρόπο συνεργασίας με τον Κώστα Τριπολίτη.Κάποιο πρόβλημα που παρουσιάστηκε λίγο πριν από το στούντιο για το ποιός θα τραγουδούσε την Ερηνούλα και τις άλλες μπαλάντες, ξεπεράστηκε αμέσως, αφού και ο Κώστας και ο συγχωρεμένος ο Πατσιφάς επέμεναν να τις πω εγώ, έτσι απλά όπως τις λέγαμε σπίτι με την κιθάρα μου. Εκείνο όμως που, παρά τα τόσα χρόνια, μου' χει μείνει αξέχαστο, αφορά στο φαινόμενο Μπέλλου και ως τραγουδίστρια και ως άνθρωπο και κυρίως ως συνεργάτιδα.Βρίσκομαι, λοιπόν, στα στούντιο της Columbia, με ηχολήπτη τον Στέλιο Γιαννακόπουλο.Έχω τελειώσει την ηχογράφηση όλων των τραγουδιών κι έμεινε το "Δε λες κουβέντα" που επρόκειτο να τραγουδήσει η Μπέλλου.Σημειωτέον της είχα κάνει πρόβα μονάχα τα κουπλέ κι αυτό γιατί στο ρεφρέν το τραγούδι άλλαζε τελείως ύφος και η φωνή της και ο τρόπος που τραγουδούσε δεν θα βοηθούσε στο καλύτερο αποτέλεσμα.
Η Σωτηρία, βέβαια, αγνοούσε την ύπαρξη αυτού του ρεφρέν....
...Εν πάση περιπτώσει, ύστερα από -δεν ξέρω - πόσα μερόνυχτα, τέλος καλό όλα καλά.Τραγουδώντας μάλιστα - επιτέλους - σωστά και την τελευταία φράση του τραγουδιού, της έκανα νόημα ότι τελειώσαμε.Βγήκε από το καμαράκι, με αγκάλιασε, με φίλησε και μου' πε: Ήταν καλά; Τέλεια, της απάντησα. Κι αφού πήρε ένα αντίγραφο σε μια κασέτα, έφυγε.
Πέντε μέρες αργότερα χτυπάει ξαφνικά το κουδούνι του σπιτιού μου στα Ιλίσια - μέναμε πολύ κοντά.Ποιός είναι;Η Σωτηρία, ρε άνοιξε. Ανοίγω και μπαίνει μέσα μια Μπέλλου έξαλλη. Τι μ' έβαλες, ρε, να πω αυτό το κωλοτράγουδο; Τραγούδι είνει αυτό;Όλο όχι είναι. Δεν λες κουβέντα, δεν πας πουθενά, δεν κάνεις τίποτα.Τι διάολο δηλαδή, χάθηκε να λέει και κάπου: Παρ' όλα αυτά, σ' αγαπάω; Έστειλα εξώδικο στον Πατσιφά, να μην κυκλοφορήσει. Θα γίνω ρεζίλι.Βρόντηξε την πόρτα κι έφυγε. Όταν όμως βγήκε το δείγμα και τ' άκουσε, μου τηλεφώνησε κι ήρθε με κάτι λουλουδάκια σπίτι, μ' αγκάλιασε συγκινημένη και μου' πε: Φχαριστώ ρε Δήμο, τελικά είμαι τυχερή."

Δήμος Μούτσης, Ιούνιος 2003


Δε λες κουβέντα,
κρατάς κρυμμένα μυστικά
και ντοκουμέντα
κι ακούω μόνο
συνθήματα μεταλλικά
των μικροφώνων

Ξέρω τ' όνομά σου

την εικόνα σου και πάλι από την αρχή
ψάχνω για μια διέξοδο γυρεύοντας
μια αλλιώτικη ζωή

Περνούν οι νύχτες,

τα δευτερόλεπτα βαριά
στους λεπτοδείκτες
ζητώντας κάτι
που να μη γίνεται ουρλιαχτό
κι οφθαλμαπάτη

Ξέρω τ' όνομά σου

την εικόνα σου και πάλι από την αρχή
ψάχνω για μια διέξοδο γυρεύοντας
μια αλλιώτικη ζωή

Στων χιλιομέτρων

την ερημιά και στη σιωπή των χρονομέτρων
ακούγονται τώρα
σειρήνες μεταγωγικά κι ασθενοφόρα

Ξέρω τ' όνομά σου

την εικόνα σου και πάλι από την αρχή
ψάχνω για μια διέξοδο γυρεύοντας
μια αλλιώτικη ζωή.

 ................................

You are not saying a word,
you keep hidden secrets and documents
and I hear only
the metalic signals of the microphones

I know your name

your image and again from the beginning,
I am looking for an exit, searching
for a different life

The nights are passing by,

the seconds move heavily on the minute hands
asking for something
that does not turn into scream and illusion

I know your name

your image and again from the beginning,
I am looking for an exit, searching
for a different life

In the loneliness

of the kilometers and in the silence of the chronometers
now you can hear
sirens, transports and ambulances

I know your name

your image and again from the beginning,
I am looking for an exit, searching
for a different life
.


Song Lyrics : Costas Tripolitis
Music & Vocals : Dimos Moutsis
Vocals: Sotiria Bellou

Sunday, 26 September 2010

Το Εξαίσιο Μυστικό - The Superb Secret

Το εξαίσιο μυστικό:
να λουλουδίζεις στο σκοτάδι
όχι γιά να σε δούνε μάτια
αλλά να σε οσφρανθούν καρδιές.

................

The Superb Secret:
to flourish in the dark
not for eyes to see you
but for hearts to scent you.



Lena Pappa

Thursday, 23 September 2010

Πώς Πλάστηκε Ο Έρωτας - How Love Was Created

Ευλαβούμαι,Ανάγκη,
ότι εσύ έπλασες 
το συνεχές τού κόσμου 
το δώσ'μου, το δεν έχω του. 
Αλλά τον έρωτα όχι,
όχι εσύ Ανάγκη, 
τον έρωτα τον έπλασε ο θάνατος 
από άγρια περιέργεια να εννοήσει
τι είναι ζωή. 


.................
I'm devoted to you,Need,
that you created
successive of the world
my "give me", its "don't have".
But Love,no
wasn't you Need,
love was created by Death
out of his wild curiosity to perceive
what Life is.


Kiki Dimoula

Σονέτο Μάλλον Απαισιόδοξο - A Sonnet Somewhat Pessimistic

"Mit der Dummheit kampfen 
die Gotter selbst vergebens."
 (Με την ανοησία οι Θεοί οι 
ίδιοι παλεύουν επί ματαίω.)

Fr. Schiller


το γυμνασμένο μάτι του τραμπούκου
να διέκρινε άραγε 
των ροδόδενδρων την αρμονία;
όχι- όχι - μιαν απέραντη ηθικολογία
δεν θα βοηθήση να κάνουμε 
καλλίτερο τον κόσμο

να ελπίζης- να ελπίζης πάντα - πως ανάμεσα εις τους ανθρώπους
- που τους ρημάζει η τρομερή ευκολία -
θα συναντήσης απαλές ψυχές 
με τρόπους που τους διέπει καλωσύνη-πόθος ευγένειας-ηρεμία

ίσως όχι πολλές - ίσως νάσ' άτυχος:καμμία -
τότες εσύ προσπάθησε να γενής καλλίτερος
εις τρόπον ώστε να ερθή κάποια σχετική ισορροπία.

άσε τους γύρωθέ σου να βουρλίζωνται πως κάνουν κάτι.
συ σκέψου - τώρα πια - με τι γλυκιά γαλήνη
προσμένεις νάρθ' η ώρα να ξαπλώσης στο παρήγορο 
τού θάνατου κρεβάτι.

............................

"With stupidity Gods themselves 
fight in vain."

Fr. Schiller

Can it be the kickback's fit eye
probably detected
the harmony of the rhododendrons?
no - no - an endless moralization
won't help out to make a better world

do hope - always hope - that
among humans
- who are always devastated by tremendous ease - 
you will encounter delicate souls
with manners ruled by 
kindness - lust of nobility - serenity

may be not many - may be if you're unlucky: not even one - 
in that case try to become better
in a way that some kind of balance is made.

let the people around you, being satisfied of doing something.
think about - now - with what sweet tranquillity
you wait for the time to come lie down 
the comforting bed of death.


Nikos Engonopoulos

Tuesday, 21 September 2010

Πού θα πάμε; - ¿A Dónde Iremos? (Aztec Poetry)

¿A dónde iremos
donde la muerte no exista?
Más, ¿por ésto viviré llorando?
Que tu corazón se enderece:
aquí nadie vivirá para siempre.

Aún los príncipes a morir vinieron,
los bultos funerarios se queman.
Que tu corazón se enderece:
aquí nadie vivirá para siempre.

.........................

Που θα πάμε
κεί όπου ο θανατος δεν υπάρχει;
Κι' ακόμα, γιατί να ζώ με το κλάμα;
Μαλάκωσε την καρδιά σου:
Κανείς εδώ δεν θα ζεί γιά πάντα.

Ακόμα και οι πρίγκηπες θα πεθάνουν
και οι σωροί τους θα καούνε.
Μαλάκωσε την καρδιά σου:
Κανείς εδώ δεν θα ζεί γιά πάντα.

........................

Where will we go 
where death does not exist? 
Plus, why I live this crying? 
Straighten your heart:
nobody here will live forever.

Even the princes came to die, 
funerary bundles are burned. 
Straighten your heart: 
nobody here will live forever.


Nezahualcóyotl
 (Story of the Aztec king,philosopher and poet: http://en.wikipedia.org/wiki/Nezahualcoyotl)

Monday, 20 September 2010

Θα Φιλήσω Το Στόμα Σου (Ποίημα Των Αρχαίων Μάγιας) - Bin In Tuutz' A Chi

Bin in tz'uutz' a chi
Tut yam x cohl
X ciichpam zac
Y an y an a u ahal

.......................

Θα φιλήσω το στόμα σου
ανάμεσα στα φυτά τής μίλπας*
Ολόλαμπρη ομορφιά μου
πρέπει να βιαστείς!


(* : Μίλπα = Είδος καλλιέργειας των Μάγιας)

.......................

I will kiss your mouth
between the plants of the milpa
Shimmering beauty,
you have to hurry!


(From "Songs of Dzitbalche" collection of 
Ancient Mayan Poetry)

Sunday, 19 September 2010

Ούγκο Φώσκολος (Ugo Foscolo) : Ένας Άγνωστος Ελληνο-Iταλός Ποιητής


Τον Ούγο Φώσκολο, θεωρούν οι Ιταλοί εθνικό τους ποιητή! Όμως για εμάς τους Έλληνες είναι σχεδόν άγνωστος, αν και θα έπρεπε να καυχιόμαστε κι εμείς γι αυτόν, λόγω της ελληνικής καταγωγής του και των επτανησιακών καταβολών του πλούσιου έργου του ποιητή.
Ο Φώσκολος γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1778 και το αρχικό όνομά του ήταν Νικολό. Στα δέκα του χρόνια πεθαίνει ο πατέρας του Ανδρέας που ήταν γιατρός στην Ιταλία και η μητέρα του η Ζακυνθινή Διαμαντίνα Σπαθή, αναγκάζεται να φύγει με τα δύο άλλα αδέρφια του στη Βενετία. Σε λίγο καιρό (1792) ακολουθεί και ο δεκάχρονος Νικολό, οποίος μετά την οριστική εγκατάστασή του στην Ιταλία μεταβαπτίστηκε σε Ούγο.Η ζωή του Ούγου Φώσκολου, όπως αποτυπώνεται στο εκτενές χρονολόγιο του αφιερώματος, ήταν περιπετειώδης και σημαδεύτηκε από την πολυτάραχη περίοδο των ναπολεόντειων πολέμων. Το 1799 κατατάσσεται στο στρατό, παίρνει μέρος σε μάχες και τραυματίζεται δυο φορές. Η σκληρή στρατιωτική ζωή όμως δεν τον εμποδίζει να γράφει σονέτα, αλλά και μεγάλα έργα, εμπνευσμένα από τα μηνύματα της Γαλλικής Επανάστασης. Το πρώτο του δράμα ο «Θυέστης» έχει μεγάλη επιτυχία και σε ηλικία δεκαοκτώ χρονών καταχειροκροτείται από τους θεατές οι οποίοι τον αποθεώνουν φωνάζοντας: «Viva il giovane Greco»!
Από τα πιο γνωστά έργα του είναι οι «Χάριτες», «Οι τελευταίες επιστολές του Ιάκωβου Όρτις»και το επικό ποίημα «Οι Τάφοι». Για αυτό το τελευταίο ο Αντώνης Μαρτελάος, πατριώτης και επαναστάτης που υπήρξε δάσκαλός του στη Ζάκυνθο, είπε πώς οι «Τάφοι» είναι έργο ενός γνήσιου Έλληνα και όχι Φράγκου, όπως θέλουν να τον «κάμουνε».
(«Του κάκου Φράγκο θέλουν να σε κάμουνε που είσαι Έλληνας οι «Τάφοι» το φωνάζουνε»)
Το 1809 ο Φώσκολος διορίζεται καθηγητής της Ρητορικής στο πανεπιστήμιο της Παβίας. Στο μεταξύ έχουν αλλάξει οι ιδέες του για τον Ναπολέοντα, διαφωνώντας με την απολυταρχική στροφή του Βοναπάρτη. Σε κάθε ευκαιρία επιτίθεται κατά των Γάλλων και του πανίσχυρου λογοτεχνικού κατεστημένου, με συνέπεια να χάσει την εμπιστοσύνη του καθεστώτος και μαζί την πανεπιστημιακή του έδρα, μετά από πέντε μήνες! Δυο χρόνια μετά γράφει τη νέα του τραγωδία «Αίας» που ανεβαίνει στη Σκάλα του Μιλάνου. Οι εχθροί του τον κατηγορούν ότι στρέφεται κατά του Ναπολέοντα και οι παραστάσεις απαγορεύονται.
Το 1812 – 13 ο Φώσκολος εξορίζεται από το Μιλάνο (Ιταλικό Βασίλειο) και καταφεύγει στην υπό γαλλική κατοχή Φλωρεντία, όπου οι δημοκρατικοί και οι διανοούμενοι τον υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό. Γνωρίζεται με τον ομοϊδεάτη του Ανδρέα Κάλβο που γίνεται γραμματέας και αντιγραφέας των έργων του. Ο Κάλβος επηρεάζεται πνευματικά από τον Φώσκολο, όμως οι δρόμοι των δύο ποιητών που ύμνησαν την ελευθερία, θα χωρίσουν αργότερα.
Στην πολυτάραχη ζωή του Φώσκολου σημαντική θέση είχαν οι πολυάριθμες ερωτικές του σχέσεις. Εραστής όχι μονό της ελευθερίας, αλλά και του ωραίου φύλου, αγάπησε και αγαπήθηκε. Ο πρώτος του έρωτας, στα δεκαέξι, ήταν η κοντέσσα Ισαβέλλα Θεοτόκη Αλμπρίτσι, γυναίκα σπάνιας ομορφιάς και καλλιεργημένη που τον βοήθησε πνευματικά και συνέβαλε στην προβολή του έργου του. Το 1805 απέκτησε τη Φλωριάνα, το μοναδικό του παιδί, καρπός της σύντομης σχέσης του με την Αγγλίδα Σοφία Χάμιλτον. 
Ο πατριώτης – ποιητής γνώρισε και την απόλυτη ένδεια. Ο θάνατος τον πρόλαβε ενώ ετοιμαζόταν να επιστρέψει στη Ζάκυνθο. Πέθανε πάμπτωχος, σ΄ ένα προάστιο του Λονδίνου, λίγο πριν συμπληρώσει τα πενήντα του χρόνια. Η κόρη του Φλωριάνα πρόλαβε να περισώσει τα γραπτά του, πριν φύγει και η ίδια από τη ζωή λίγους μήνες μετά το θάνατο του πατέρα της. Τα «Άπαντα» του έργου του Ούγου Φώσκολου, στην ιταλική επίσημη έκδοση, γεμίζουν 23 τόμους με πολλές χιλιάδες σελίδες. Ο 13ος τόμος περιέχει τα κείμενα που έγραψε ο ποιητής για τα Επτάνησα και την Πάργα - ένα «κατηγορώ» κατά της Ιεράς Συμμαχίας του Μέτερνιχ διότι πούλησε την όμορφη πόλη της Ηπείρου στους Τούρκους.
Το 1871 έγινε η μετακομιδή των οστών του σε μνημείο στη Σάντα Κρότσε της Φλωρεντίας κι από εκεί μεταφέρθηκαν το 1994 στο αίθριο του πανεπιστημίου της Παβίας - τι ειρωνία!
Όταν έγινε γνωστός ο θάνατος του Φώσκολου, τελέστηκε στο ναό του Αγίου Μάρκου μνημόσυνο, όπου ο Διονύσιος Σολωμός εκφώνησε επιτάφιο λόγο (εγκώμιο για τον Ούγο Φώσκολο) και ο επίσης Ζακυνθινός ποιητής Διονύσης Γρυπάρης απάγγειλε ελεγεία του.
Στο προσεισμικό «Φιόρο του Λεβάντε» το περίφημο Δημοτικό Θέατρο, έργο Τσίλερ που ισοπέδωσαν οι σεισμοί, έφερε το όνομα του ποιητή, ενώ το σπίτι που μεγάλωσε ο Φώσκολος, έγινε το 1885 «Φωσκολιανή Βιβλιοθήκη» που το 1935 συγχωνεύτηκε με τη Δημόσια Βιβλιοθήκη. Το κτίριο καταστράφηκε το 1940 από βομβαρδισμό των …Ιταλών! Ακολουθεί το ποίημα του γιά την γενέτειρά του γη με τίτλο "A Zacinto" :


Né più mai toccherò le sacre sponde
ove il mio corpo fanciulletto giacque,
Zacinto mia, che te specchi nell'onde
del greco mar da cui vergine nacque
Venere, e fea quelle isole feconde
col suo primo sorriso, onde non tacque
le tue limpide nubi e le tue fronde
l'inclito verso di colui che l'acque
cantò fatali, ed il diverso esiglio
per cui bello di fama e di sventura
baciò la sua petrosa Itaca Ulisse.
Tu non altro che il canto avrai del figlio,
o materna mia terra; a noi prescrisse
il fato illacrimata sepoltura.

...............................

Δεν θα σταθώ ξανά στην αμμουδιά
μήτε θα νιώσω στην ακτή σου
έτσι όπως ένιωσα ξυπόλυτο παιδί,
ή να σε δώ να κυματίζεις στο άγγιγμα τ'ανέμου
της θαλασσόγενης Θεάς. Ήσουν το νησί
που η Αφροδίτη έκανε με το πρώτο της χαμόγελο,
Η Ζάκυνθος, την στιγμή που γεννήθηκε.
Κανένα τραγούδι τον πολύφυλλο ουρανό σου δεν αγκάλιασε,
ούτε κι' αυτού που την καταιγίδα την θανατερή τραγούδησε
και πώς ο Οδυσσέας ξεπέρασε τις κακοτυχίες του
και ανδρείος και φημισμένος, γύρισε τελικά στο σπίτι του.

Μερικοί δεν θα επιστρέψουν πίσω: Κι' εγώ επίσης
παλεύοντας την μοίρα μου, εξόριστος είμαι
από τη πατρίδα. Ω, εσύ μητρώα γη μου,
οι λέξεις είναι ότι μού απόμεινε πια να σου στείλω. 

Ugo Foscolo

Tuesday, 14 September 2010

Διαμαντένιο Σούρουπο - Diamond Dusk

 

















Λίγο πρίν το διαμαντένιο σούρουπο εκείνος
μάζευε σύννεφα στο καλάθι με τις πικροδάφνες.
Το καλοκαίρι είναι ο γηραιός κύριος στην Αραχώβης
που πουλάει λαχεία, ο διαβάτης που δανείζεται
ελπίδα και ψέμα, ποντάροντας στην επιείκια της νύχτας.
Περιφρόνια ακολουθεί : το βλέμμα υποτιμητικό
προς τα παιδιά χωρίς πρόσωπο.Ο απλός άνθρωπος
και το ανυπόφορο κοστούμι του. Ραμμένο υπομειδίαμα
χρηστής ζωής.
Πιό πέρα οι βαθμοφόροι: Τί είναι ο κάβουρας, τι η στολή του.
Τρία νιόγεννα γατάκια σ'ένα παλιό ψάθινο καπέλο,
στο ημιυπόγειο παράθυρο, κλαίνε για την ακαρδή τους μάνα.
Στα τραπεζάκια στο Αλεξανδρινό, η βιολίστρια με το δίκυκλο
παίζει κάποια άγνωστη εποχή του Βιβάλντι.
Στο ανώφλι της εισόδου στον αριθμό 40,
ένας παλιός αναστάσιμος σταυρός .Δέν άντεχε άλλο.
Λίγο πρίν το διαμαντένιο σούρουπο, o ίδιος εκείνος
έστριψε βιαστικά το κλειδί στην κλειδωνιά τού φθινοπώρου 
και χάθηκε σαν να μην υπήρξε ποτέ.

.......................

Just before the diamond dusk, that man
picked up clouds in the basket of oleanders.
Summer is the old man in Arachovis st.
selling lottery tickets, passer-by who borrows 
hope and lie, betting on clemency of the night.
Contempt following: The look is derogatory
towards young people without a face.Simple man
and his intolerable suit.Just a  sewn smile 
of respectable life.
Not far away was the rank: Like a crab and its uniform.
Three new born kittens in an old straw hat,
down on a semi-basement window, cry for their heartless mother.
Round the tables of Alexandrino cafe, she violinist with the scooter,
plays some unknown season of Vivaldi.
On the lintel of the entrance in number 40,
there's an old Easter cross. So he couldn't take it any more.
Just before the diamond dusk, that same man
turned the key hastily in the lock οf the fall and 
disappeared as he had never ever existed.




Panagiotis Xourafas

Thursday, 9 September 2010

Το Πάμπτωχο Ενδεχόμενο - The Destitute Contingency

 




















Δίναμε δίναμε αφειδώς

πήραμε πως δεν ξοδεύεται
το είμαι
πως είναι αστείρευτο προσόν

ας αρκεστούμε τώρα
στην απολύτως αναγκαία αναπνοή

όσα ξοδεύτηκαν
πρέπει να φυλαχτούνε γιά μετά

δεν ξέρεις τι απρόοπτη 
ύπαρξη μπορεί να μας συμβεί.

(Aπό την Συλλογή, "Τα Εύρετρα", 2010, Εκδόσεις Ικαρος)
......................

We gave gave profusely

we took it as it can't be spended
the "am"
that it is an infinite skill

so let us be content now
to the absolutely necessary breath

whatever was spended
has to be saved for later

you don't know what unexpected 
existence might happen to us.

(From Her Book, "Finder's Fee", 2010, Ιkaros Public.)

Kiki Dimoula

Βασίλης Χριστοδούλου (1917-2010)

"Η γελοιογραφία δεν είναι επάγγελμα. Δεν μπορείς να ζήσεις από την γελοιογραφία αν δεν είσαι τρελός να δουλεύεις και στον ύπνο σου και να μη φείδεσαι της σωματικής σου ακεραιότητας. Δεν μπορείς αλλιώς να ζήσεις. Πρέπει παράλληλα να είσαι κάπου, να κάνεις μια ρουτινιάρικη δουλίτσα, να έχεις ένα σταθερό, κι από κει και πέρα... Εγώ δεν έδωσα ποτέ κάτι άλλο."



Βασίλης Χριστοδούλου



Ένας από τους κορυφαίους γελοιογραφους μας, ο Βασίλης Χριστοδούλου έφυγε χθές σε ηλικία 93 ετών.Γεννήθηκε το 1917 στον Πειραιά. Το 1936, σε ηλικία μόλις 19 χρόνων δημοσίευσε την πρώτη του γελοιογραφία στην εφημερίδα «Ηχώ της Ελλάδας», που είχε εκδώσει ο Κωστής Μπαστιάς, φανερώνοντας το πηγαίο ταλέντο του. Από τότε, και έως την αποχώρησή του από την ενεργό δημοσιογραφία, σταδιοδρόμησε στον αθηναϊκό ημερήσιο και περιοδικό Τύπο ως σκιτσογράφος και γελοιογράφος με θετικές επιδόσεις και επιτυχημένες παρουσίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Για περισσότερα από πενήντα χρόνια εργάστηκε στις εφημερίδες «Εφημερίς των Ελλήνων», «Αθηναϊκή», «Προοδευτικός Φιλελεύθερος», «Η Βραδυνή», «Η Μεσημβρινή» κ.ά. Επίσης, συνεργάστηκε στα περιοδικά «Θησαυρός», «Πάνθεον», «Εικόνες», «Ρομάντζο», «Παγκόσμιος Τύπος», «Σαββατοκύριακο», «Πρώτο» και σε διάφορα άλλα εβδομαδιαία δεκαπενθήμερα και μηνιαία έντυπα. Υπήρξε ακόμη, τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας «Αθλητική Ηχώ» και της συνδικαλιστικής επιθεώρησης «Πρωτεργάτης». Ως γελοιογράφος συνεργάστηκε και με την εφημερίδα της Θεσσαλονίκης «Μακεδονία», στην οποία διαδέχθηκε τον Φωκίωνα Δημητριάδη.
Ως πολιτικός γελοιογράφος πρωτοεμφανίστηκε στην εφημερίδα «Αθηναϊκή» του Γιάννη Παπαγεωργίου από την αρχή της έκδοσής της το 1951 μέχρι το 1962. Στη συνέχεια ανέλαβε πολιτικός γελοιογράφος στην εφημερίδα «Η Βραδυνή» των αδελφών Αθανασιάδη, στην οποία παρέμεινε επί 20 και πλέον χρόνια.
Διεκδικεί ίσως παγκόσμιο ρεκόρ παραγωγικότητας, αφού υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τις 120 χιλιάδες οι γελοιογραφίες του. Καλό Του Ταξίδι...

Tuesday, 7 September 2010

Η Αλεξάνδρα Γύρευε Μιάν Αγκαλιά - Alexandra Desired A Hug

 




















Η Αλεξάνδρα γύρευε μιάν αγκαλιά,
πίσω από μάτια γαλανά δυό θλίψεις
επέστρεφαν σαν τα πουλιά οι εκλείψεις
και χτίζανε τα όνειρα χελιδονοφωλιά.

Δεν ήτανε στην ώρα του κι' αυτό το πλοίο
μαρμάρωσαν τα τρένα στους σταθμούς
ταξίδια ήσαν μέσα της χωρίς προορισμούς
οι μέρες διανυκτέρευαν σε άδειο πανδοχείο.

 Η Αλεξάνδρα γύρευε μιάν αγκαλιά
να στάξει στο πουκάμισο ένα δάκρυ
μα εσύ την έσπρωξες με βία στην άκρη
λόγια πικρά της έδεσες σφιχτή θηλιά.

Με σπαραγμό κατέβαινε δύο δύο τα σκαλιά
 από τα σύννεφα αχνά ξεγλίστραγε το φως,
στάσου κορίτσι μου μην φεύγεις διαρκώς
κι' άσε τον βόρειο άνεμο να σβήσει τα παλιά.

.......................

Alexandra desired a hug
behind blue eyes two sorrows
eclipses returned as birds
and dreams built a swallow's nest

Not even this ship was on time
trains were petrified in the stations
like journeys were without destinations
the days night stopped in a desert inn.

Alexandra desired a hug
to shed a tear on the shirt
but you pushed her violently away
and your bitter words tied her a tight loop.

With great pain she run down the stairs
from the cloud the light slinked a little,
hey you girl stop running away forever
and let the north wind erase the past.


Panagiotis Xourafas

Monday, 6 September 2010

Η Διορία του Νέρωνος - Nero's Term

 




















Δεν ανησύχησεν ο Νέρων όταν άκουσε
του Δελφικού Μαντείου τον χρησμό.
«Τα εβδομήντα τρία χρόνια να φοβάται».
Είχε καιρόν ακόμη να χαρεί.
Τριάντα χρονώ είναι. Πολύ αρκετή
είν' η διορία που ο θεός τον δίδει
για να φροντίσει για τους μέλλοντας κινδύνους.
Τώρα στη Ρώμη θα επιστρέψει κουρασμένος λίγο,
αλλά εξαίσια κουρασμένος από το ταξείδι αυτό,
που ήταν όλο μέρες απολαύσεως-
στα θέατρα, στους κήπους, στα γυμνάσια...
Των πόλεων της Αχαϊας εσπέρες...
Α των γυμνών σωμάτων η ηδονή προ πάντων...
Αυτά ο Νέρων. Και στην Ισπανία ο Γάλβας
κρυφά το στράτευμά του συναθροίζει και το ασκεί,
ο γέροντας ο εβδομήντα τριώ χρονώ. 

........................

Nero was not worried when he heard
the prophecy of the Delphic Oracle.
"Let him fear the seventy three years."
He still had ample time to enjoy himself.
He is thirty. More than sufficient
is the term the god allots him
to prepare for future perils.
Now he will return to Rome slightly tired,
but delightfully tired from this journey,
full of days of enjoyment 
at the theaters, the gardens, the gymnasia...
evenings at cities of Achaia...
Ah the delight of nude bodies, above all...
Thus fared Nero. And in Spain Galba
secretly assembles and drills his army,
the old man of seventy three.
 
 
Constantine Cavafy

Thursday, 2 September 2010

Πρόσθεσις - Addition

 



















Αν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω.
Πλην ένα πράγμα με χαράν στο νου μου πάντα βάζω -
που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ)
που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ' εγώ εκεί
απ' ταις πολλαίς μονάδες μια. Μες στ' ολικό ποσό
δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ' αρκεί.

....................
I do not question whether I am happy or unhappy.
Yet there is one thing that I keep gladly in mind-
that in the great addition (their addition that I abhor)
that has so many numbers, I am not one
of the many units there. In the final sum
I have not been calculated. And this joy suffices me. 



Constantine Cavafy