Συφορά μου, μανούλα μου,
το ίδιο γοερό και στις δυό μας
ταιριάζει τραγούδι
δε θα υπάρχει για μένα πια φως,
δε θα λάμπει πια ο ήλιος για μένα.
Ω των Φρυγών
χιονόδαρτο φαράγγι εσύ κι εσύ,
βουνό της Ίδης,
όπου τον Πάρη,
τρυφερό μωρούλι, μια φορά,
αφού απ' τη μάνα του
τον έστειλε μακριά ο Πρίαμος,
τον απόριξε το θάνατο για να'βρει!
Τον Πάρη,
που μες στων Φρυγών την πόλη
Ιδαίο Ιδαίο τον κράζανε όλοι.
Κάλλιο σ' αυτόν, που γελαδάρης
μεγάλωσε, για να γενεί ο Αλέξανδρος μια μέρα,
λημέρι να μην έδινες εσύ εκεί πέρα τριγύρω στο ασημί νερό,
όπου είναι των Νυμφών οι βρυσομάνες
κι' ένα με πλούσια βλάστηση χλοερό λιβάδι
κι' άνθη, τριαντάφυλλα και υάκινθοι,
για να πηγαίνουν θεές να τα μαζεύουν
και πήγε εκεί η Παλλάδα μια φορά,
και η Κύπρη πήγε η δολερή,
αντάμα κι η Ήρα μα κι ο Ερμής, του Δία μαντατοφόρος
η Κύπρη σαν κυρά καμάρωνε του πόθου,
καμάρωνε η Παλλάδα για το δόρυ της,
και η Ηρα σαν ομόκλινη του βασιλιά του Δία
για ξεσυνέριση ομορφιάς, για κρίση πήγαν μισητή,
για το δικό μου θάνατο...
το θάνατο, κοπέλες μου, που δόξα φέρνει στους Δαναούς
κι είναι θυσία στην Άρτεμη για να τους πάει στην Τροία.
Κι ο κύρης μου μ' αρνήθηκε, μανούλα μου, μανούλα μου,
την άμοιρη έρμη μ' άφησε και πάει.
Δύστυχη που είμαι! Η άνομη Ελένη βρέθηκε πικρή, πολύ πικρή για μένα,
και με σκοτώνουν, χάνομαι με μαχαιριά αθεόφοβην αθεόφοβου πατέρα.
Ω να μην έσωνε ποτέ τα πλεούμενα με τα έμβολα τα χάλκινα,
το στόλο αυτόν που το στρατό στην Τροία θέλει να πάει,
στους κόρφους της να τα δεχτεί η Αυλίδα!
Ω να μην έστελνε άνεμο
ο Δίας στον Εύριπο αντικρύ, που αυτός ρυθμίζει τις πνοές
για των ανθρώπων τ' άρμενα σ' άλλους αλλιώς: δίνει χαρές
μα δίνει και έγνoιες και καημούς καλό ξεκίνημα σ' αυτούς,
μα και μαϊνάρισμα πανιών κι άργητες δίνει σε άλλους.
Βάσανα που έχει, βάσανα το γένος των εφήμερων,
κι είναι πικρό στον άνθρωπο τη μοίρα του να ξέρει.
.........................................................................
What a disaster my mother / the same crying song fits us both,/ there will be no light for me no more,/ the sun won't shine for me any more.// Oh,you Phrygian creek and you mountain of Ida,/ where once Priamus drove Paris away from his mother,/and left him there to find his death! / Paris, that everyone inside the Phrygian city called him out as "child of Ida".// How much better it would be / if you did not give to this man / who was brought up as a cowboy,/ so as to become Alexander one day,/a den,there in the silver water,/ where the nymphs' fountains are,/ and a meadow rich of grass and plants too,/ and flowers,roses and hyacinths,/ a perfect spot for goddesses to go pick them up,/ and so Athina went there once,/ and the deceitful Aphroditi too,/ and Hera and Hermes,the messenger of Zeus, came along.// And Aphroditi,the lady of lust,boasted,/ and Athina boasted for her spear,/ and Hera as sharing the same bed with Zeus,/ set up a beauty contest,/ and this hateful choice,/ is leading me to death../ To this death my friends,that glory brings to the Greeks,/ for my sacrifice to Artemis, will take them to Troy.// And my father denied me mother,oh,mother,/ and left me here helpless,while he goes away too./ Oh,how unlucky am I! / Outlaw Helen proved to be so bitter for me,/ and so they kill me,/ I am perished from an unholy knife of an unholy father.// Oh, I'd hope these ships of copper pistons,/with this fleet of warriors going to Troy,/would never be summoned in this port!/ Oh, I'd hope Zeus never casted wind in Euripus,/ he who adjusts human breaths for their sails in a different way: To some he offers joys and good sailing start,/while to others he offers problems and sorrows and sailing delays./ Oh, so much trouble that ephemeral mankind faces,/and it is so bitter for man to know his fate..
Euripides
No comments:
Post a Comment