"Ας ζυγιστούμε, έτσι όπως
ταλαντευόμαστε στη λίμνη"
Hölderlin
Ευτυχισμένος αυτός που έζησε κάτω από ξένο ουρανό,
που η ειρήνη του δεν έχει διαταραχτεί, και χαρούμενος
ψάχνοντας μέσα στο τραχύ φαράγγι των ματιών
στην αγάπη δεν βρίσκει ψέμα να κρύβεται εκεί.
Και ο οποίος εκτιμά τις μέρες του, την μία
το ίδιο με την άλλη, όπως τα ισάξια μέρη
ενός μετρημένου θησαυρού, και δεν καταδιώκει
την φευγάτη μνήμη μίας άλλης.
Ευτυχισμένος αυτός που δεν κοιτάζει πίσω,
όπου το παρελθόν, πάντα ακόρεστο, μας παίρνει
μέχρι και την ελπίδα, το αγνό πιόνι της εκεχειρίας
που ο θάνατος μας είχε προσφέρει.
Ευτυχισμένος αυτός που
δεν σπρώχνει με βία την επιθυμία μπροστά,
που αφήνει τα κουπιά και ξαπλώνει
στη φευγαλέα βάρκα, προς τα σύννεφα, σιωπηλός
κι αφήνεται ήρεμος σε γαλήνια νερά.
.....................
"Uns wiegen lassen, wie
Auf schwankem Kahne der See"
Hölderlin
Feliç qui ha viscut dessota un cel estrany,
i la seva pau no es mudava;
i qui d’uns ulls d’amor sotjant la gorga brava
no hi ha vist terrejar l’engany.
I qui els seus dies l’un per la vàlua de l’altre
estima, com les parts iguals
d’un tresor mesurat; i qui no va a l’encalç
del record que fuig per un altre.
Feliç és qui no mira enrera, on el passat,
insaciable que és, ens lleva
fins l’esperança, casta penyora de la treva
que la Mort havia atorgat.
Qui tampoc endavant el seu desig no mena:
que deixa els rems i, ajagut
dins la frèvola barca, de cara als núvols, mut,
s’abandona a una aigua serena.
Carles Riba
Σαν ανεμόσκαλα
στο φεγγαροφωτο
η σκιά των ασωμάτων
χορεύει αδυσώπητα
ενα δαιμονισμένο σουίνγκ
με το λιωμένο καλντερίμι.
Γυμνή χορογραφία,
το φως που πάλλεται,
η αχτίδα που λυγίζει
στή ρωγμή της καμαρης,
τέμνοντας την αλήθεια
απο το ήμισυ της ηδονής.
Σίγησε την ανάσα με κρασί
και στα στερνά της αύρας
άσε τον άνεμο να αγριεύει-
δεν καρφώνονται οι πέτρες
δεν λησμονουν τα κύματα,
των φυκιών τις μνήμες.
Μόνο η νύχτα δικαιώνεται
κι ο βαθύτερος πηλός της,
του φεγγαριού η κόλλα.
.....................
Like a ladder
in the moonlight
the shadow of the bodiless
is dancing relentlessly
a daemonical swing
with the melted cobbled path.
Naked choreography,
the pulsing light,
the beam bending
in the crack of the chamber,
intersecting the truth
from half of the pleasure.
Silence breathing with wine
and at the ends of the aura
let the wind get wild and wild-
for the stones can't be nailed
for the waves can't forget,
the seaweed memories.
Only the night is justified
and its deepest clay,
the glue of the moon.
Panagiotis Xourafas
Την δεύτερη φορά
(παπαρούνες, ανεμώνες)
όταν πρωτομιλήσαμε
(θαλασσόκρινα, περικοκλάδες)
μου σμίκρυνες χαμόγελα
(σπάρτα, καλέντουλες)
σε text emoticons.
(κι αμάραντοι.)
Δεν πρόλαβα να σου πω
(ασφόδελοι, άκανθες)
μπρος στο χαμόγελο σου
(μπλέ ορχιδέες, ίριδες)
πως ωχριούν τα σύμβολα.
(τα αγριολούλουδα)
...................
The second time
(poppies, anemones)
when we first talked
(sand lilies, bindweeds)
you shrinked me smiles
(sedges, calendulas)
in text emoticons.
(and amaranths.)
I did not get to tell you
(asphodels, acanthuses)
before your smile
(blue orchids, irises)
how symbols fade.
(the wildflowers)
Panagiotis Xourafas
18/8/17
(Pic: Anna Karina
from Alphaville)
ας όψεται αόρατος
από τo κούφωμα
της ανάδρασης
χωρίζοντας να ενώνει
όρμους, αρμούς, ειρμούς
αυχένες κι άνηχα στήθη,
ο oρμαθός φωτός
ως χάρακας μαρμαρωμένος
να χαρακώνει μαινόμενος
το ρημαγμένο μάρμαρο
της μοναδικότητας,
ο χρόνος της θάλασσας
και μετά το ύστερο αίμα
να ανακάμπτει γοργά
στην αρχή του πάντα-
σαν πέρλα σε διπλό κοχύλι,
το προ της ύπαρξής μου
σπέρμα
.................
blame the invisible
from the frame
of feedback
by dividing unites
bays, joints, coherences
necks and anechoic breasts,
the amount of light
as a petrified ruler
left berserk to rule
the cracked marble
of uniqueness,
the time of the sea
and then the late blood
to recover quickly
at the beginning of forever-
like a pearl in a double shell,
my pre-existence's
semen
Panagiotis Xourafas