Tuesday 31 August 2010

Kazantzakis & Berenson

Σε συνέντευξη που πήρε το 1957 η δημ/γράφος 
Γιολάντα Τερέντσιο* από τον N.Kαζαντζάκη, 
εκείνος μιλά για το ποιό είναι το πολυτιμότερο 
πράγμα στον κόσμο: 


- Για μένα είναι ο χρόνος. Οπως είπε 
ο αισθητικός Μπέρναρντ Μπέρενσον**, 
που αποτραβήχτηκε στη Φλωρεντία 
κι είναι ενενήντα χρονώ, μου έρχεται 
να κατεβώ στο δρόμο, ν' απλώσω 
το χέρι μου στους διαβάτες και να τους πω:
"Δώστε μου λίγο από το χρόνο που χάνετε...". 

............................

 In an interview of journalist Yolanda Terenzio* back 
in 1957, she asks Nikos Kazantzakis about what is 
the most precious thing in the world. He says:


- For me is Time. As art critic Bernard Berenson**, 
who retired in Florence and is ninety years old, 
said, I'd like to go down the street and give 
passers-by my hand and say:
"Give me a bit of the time you lose..."



Nikos Kazantzakis
Bernard Berenson

* : http://wiki.phantis.com/index.php/Yolanda_Terenzio
** : http://www.answers.com/topic/bernard-berenson 

Monday 30 August 2010

Μυκήνες - Mycenae

Δώσ' μου τα χέρια σου, δώσ' μου τα χέρια σου, 
δώσ' μου τα χέρια σου.
Είδα μέσα στη νύχτα
τη μυτερή κορυφή του βουνού
είδα τον κάμπο πέρα πλημμυρισμένο
με το φως ενός αφανέρωτου φεγγαριού
είδα, γυρίζοντας το κεφάλι
τις μαύρες πέτρες συσπειρωμένες
και τη ζωή μου τεντωμένη σα χορδή
αρχή και τέλος
η τελευταία στιγμή·
τα χέρια μου.

Βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες·
τούτες τις πέτρες τις εσήκωσα όσο βάσταξα
τούτες τις πέτρες τις αγάπησα όσο βάσταξα
τούτες τις πέτρες, τη μοίρα μου.
Πληγωμένος από το δικό μου χώμα
τυραννισμένος από το δικό μου πουκάμισο
καταδικασμένος από τους δικούς μου θεούς,
τούτες τις πέτρες.

Ξέρω πως δεν ξέρουν, αλλά εγώ
που ακολούθησα τόσες φορές
το δρόμο απ' το φονιά στο σκοτωμένο
από το σκοτωμένο στην πληρωμή
κι από την πληρωμή στον άλλο φόνο,
ψηλαφώντας
την ανεξάντλητη πορφύρα
το βράδυ εκείνο του γυρισμού
που άρχισαν να σφυρίζουν οι Σεμνές
στο λιγοστό χορτάρι -
είδα τα φίδια σταυρωτά με τις οχιές
πλεγμένα πάνω στην κακή γενιά
τη μοίρα μας.

Φωνές από την πέτρα από τον ύπνο
βαθύτερες εδώ που ο κόσμος σκοτεινιάζει,
μνήμη του μόχθου ριζωμένη στο ρυθμό
που χτύπησε τη γης με πόδια
λησμονημένα.
Σώματα βυθισμένα στα θεμέλια
του άλλου καιρού, γυμνά. Μάτια
προσηλωμένα προσηλωμένα, σ' ένα σημάδι
που όσο κι αν θέλεις δεν το ξεχωρίζεις·
η ψυχή
που μάχεται για να γίνει ψυχή σου.

Μήτε κι η σιωπή είναι πια δική σου
εδώ που σταματήσαν οι μυλόπετρες.

 .............................

Give me your hands, give me your hands, 
give me your hands. 
I have seen in the night
the sharp peak of the mountain,
seen the plain beyond flooded
with the light of an invisible moon,
seen, turning my head,
black stones huddled
and my life taut as a chord
beginning and end
the final moment:
my hands.

Sinks whoever raises the great stones;
I've raised these stones as long as I was able
I've loved these stones as long as I was able
these stones, my fate.
Wounded by my own soil
tortured by my own shirt
condemned by my own gods,
these stones.

I know that they don't know, but I
who've followed so many times
the path from killer to victim
from victim to punishment
from punishment to the next murder,
groping
the inexhaustible purple
that night of the return
when the Furies began whistling
in the meager grass -
I've seen snakes crossed with vipers
knotted over the evil generation
our fate.

Voices out of the stone out of sleep
deeper here where the world darkens,
memory of toil rooted in the rhythm
beaten upon the earth by feet
forgotten.
Bodies sunk into the foundations
of the other time, naked. Eyes
fixed, fixed on a point
that you can't make out, much as you want to:
the soul
struggling to become your own soul.

Not even the silence is now yours
here where the mill stones have stopped turning.



Giorgos Seferis

The World Is Never Quiet (Albert Camus)

Ο Κόσμος 
δεν είναι ποτέ ήσυχος,
ακόμα και η σιωπή του 
αέναα επανηχεί
με τις ίδιες νότες, με δονήσεις 
που διαφεύγουν της ακοής μας.
Όσο γι' αυτές που συλλαμβάνουμε,
μας φέρνουν ηχήσεις, 
ενίοτε συγχορδίες,αλλά ποτέ 
μιά ολάκερη μελωδία.

....................................

 The world is never quiet, even its silence 
eternally resounds with the same notes, 
in vibrations which escape our ears. 
As for those that we perceive, 
they carry sounds to us, 
occasionally a chord, never a melody.


Albert Camus 

Friday 27 August 2010

New York Mining Disaster 1941

Η Χιλιανή τηλεόραση μετέδωσε χθες το βράδυ τις πρώτες εικόνες της ομάδας των μεταλλωρύχων που έχουν παγιδευτεί σε ένα ορυχείο, δείχνοντάς τους οργανωμένους και χαλαρούς, να εξηγούν το πως έχουν οργανώσει τη ζωή τους σε βάθος 700 μέτρων κάτω από την επιφάνεια της γης. Σύμφωνα με τις αρχές, οι επιχειρήσεις διάσωσης των 33 ανδρών θα χρειαστούν από τρεις έως τέσσερις μήνες.
 27 Αυγούστου 2010. 33 ψυχές στα 700 μέτρα. Στην μακρινή Χιλή. Είμαστε όλοι μαζί τους. Δεν ξέρω πως το θυμήθηκα αυτό το τραγούδι των Bee Gees. Aπλά εύχομαι όλα να πάνε καλά και οι σκέψεις όλου του κόσμου να είναι μαζί τους...

 In the event of something happening to me,
there is something I would like you all to see.
It's just a photograph of someone that I knew.
Have you seen my wife, Mr. Jones?
Do you know what it's like on the outside?
Don't go talking too loud, you'll cause a landslide, Mr. Jones.
I keep straining my ears to hear a sound.
Maybe someone is digging underground,
or have they given up and all gone home to bed,
thinking those who once existed must be dead.

 (This was the first song to be released by the Bee Gees in America, and their first song to hit the charts.The song recounts the story of a miner trapped in a cave-in. He is sharing a photo of his wife with a colleague ("Mr. Jones") while they hopelessly wait to be rescued. According to the liner notes for their box-set this song was inspired by the 1966 mining disaster in Wales.)

Panagiotis Xourafas

 

Thursday 26 August 2010

La Vie Devant Soi - Η Ζωή Μπροστά Σου

Είπαν : "Τρελλάθηκες 
γι' αυτόν που αγαπάς"
Είπα : "Η Ζωή δεν έχει γεύση 
παρά μόνο γιά τους τρελλούς"

.......................

They said : "You have been 
crazy for the one you love"
I said : "Life has no taste for 
any but the crazy ones"



Emil Ajar
(From his novel "La Vie Devant Soi" - "Η Ζωή Μπροστά Σου"
/ Εκδόσεις Παπαζήση)

Wednesday 25 August 2010

Marince
















Έσταζε ο αγέρας με μανία θυμάρι και βασιλικό
και κλεφτογύρναγε στα περασμένα το μυρωδικό.

Το απόγευμα ξεχύθηκε πανω στην χαλκόχρυση αμμωδία
σαν χίλια ρυάκια λαβωμένης λάβας σε λαθραία πέτρα.
Τα κύματα βαυκάλιζαν αναμνήσεις νωπών καλαμιών
που χείμαζαν σε λευκά ξεθωριασμένα καβουρόσπιτα.
Ο Ήλιος στρατολογούσε από παλιά έφεδρες ελπίδες,
και γιαίνοντας των ψυχών τα χείμετλα αντηχούσε τα αόρατα.

Τα μάτια σου ήταν στο χρώμα τους καινούργιο χρώμα.
Με κοίταζες κι' ένα σύμπαν ολάκερο,μιά στιγμιαία δυσαρμονία
ήταν το ανάσεμα στην αγκαλιά σου και πώς με τύλιγες θυμίσου:
Σαν από τούλι που έπεσε στη γή από γαλαξία μακρινό τα δάχτυλα σου,
δέκα πτυχές θαυμάτων σκυφτά ατενίζοντας απ'το παράθυρο της θάλασσας.

Το απόβραδο γυμνοί πέσαμε στο νερό με απόχη μας τα χέρια
στόν όχτο τους, των Πλειάδων να κλείσουμε τα πεφταστέρια.

...................................................

 The wind dripped basil and thyme with rabidness
and  the spice secretly returned to the past.


Τhe afternoon surged over the copper and golden sand choir
like a thousand streamlets of wounded lava on a stealthy rock.
The waves deluded fresh canes memories
that passed the winter in washed out white crab shells.
The sun recruited as always reservist expectations
and healing kibes of the soul, re-echoed the invisible.


Your eyes in their colour formed a new colour.
You gazed on me and a whole universe, a momentary incongruity
was the breathing in your armful and remember how you wrapped around me:
Like a voile which fell down to earth from a distant galaxy was your fingers,
ten creases of wonder,stoopingly staring from the window of the sea.

Ιn the night we dived naked in the water with our hands as nets
inside their shore, to inclose Pleiades shooting stars.




Panagiotis Xourafas

Monday 23 August 2010

Oscar Wilde. A Quote For Women!

Ποτέ μην εμπιστεύεσαι τις γυναίκες 
που λένε την πραγματική τους ηλικία. 
Αφού μπορούν να πουν αυτό, 
μπορούν να πουν τα πάντα.

..................


One should never trust a woman 
who tells her real age. If she tells that, 
she'll tell anything.


Oscar Wilde

Il Pleure Dans Mon Coeur - Κάτι Κλαίει Στην Καρδιά Μου

Il pleure dans mon coeur
Comme il pleut sur la ville.
Quelle est cette langueur
Qui pénètre mon coeur ?


Ô bruit doux de la pluie
Par terre et sur les toits !
Pour un coeur qui s'ennuie,
Ô le chant de la pluie !


Il pleure sans raison
Dans ce coeur qui s'écoeure.
Quoi ! nulle trahison ?
Ce deuil est sans raison.


C'est bien la pire peine
De ne savoir pourquoi,
Sans amour et sans haine,
Mon coeur a tant de peine !


...............


Kάτι κλαίει στην καρδιά μου
Καθώς βρέχει στην πόλη.
Τι είναι αυτό το μαράζι
Που διαπερνά την καρδιά μου;


Ο γλυκός ήχος της βροχής
Επί του εδάφους και στις στέγες!
Για μια καρδιά στην ανία βουτηγμένη
Ω, το τραγούδι της βροχής!


Φωνάζει δεν υπάρχει λόγος πιά γι' αυτό
Σε αυτή την αποκαρδιωμένη καρδιά.
Λοιπόν! Δεν υπάρχει προδοσία;
Τότε,αυτό το πένθος είναι παράλογο.


Αυτός είναι ο χειρότερος πόνος.
Να μην ξέρει το γιατί να ζεί
Χωρίς αγάπη και χωρίς μίσος,
Η καρδιά μου είναι τόσο δύσκολο!




Paul Verlaine

Le Pont Mirabeau
















Κάτω απ' την γέφυρα του Μιραμπό κυλά ο Σηκουάνας.
Πρέπει να ανακαλώ καθώς
Οι έρωτες μας,θυμούνται πώς τότε
Μετά από κάθε θλίψη η χαρά επέστρεφε
Αφήστε την νύχτα να έρθει με καμπάνες και την μέρα
Οι μέρες πλάι μου περνούν και εγώ ακόμη είμαι εδώ.
Με τα χέρια ενωμένα και πρόσωπο με πρόσωπο ας μείνουμε έτσι
Ενώ από κάτω
Η γέφυρα των μπράτσων μας θα φύγει
Κατάκοπη απ' τα ατέλειωγα βλέμματα στη ροή του ποταμού.
Αφήστε την νύχτα να έρθει με καμπάνες και την μέρα
Οι μέρες πλάι μου περνούν και εγώ ακόμη είμαι εδώ.
Κάθε Έρωτας περνάει όπως το νερό προς τη θάλασσα
Κάθε Έρωτας περνάει
Πόσο αργή μου φαίνεται η ζωή
Πόσο βίαιη η ελπίδα για αγάπη μπορεί να είναι;
Αφήστε την νύχτα να έρθει με καμπάνες και την μέρα
Οι μέρες πλάι μου περνούν και εγώ ακόμη είμαι εδώ.
Οι μέρες κι οι εβδομάδες περνούν προτού το καταλάβουμε
Ούτε ο χρόνος που εχάθηκε
Μήτε ο Έρωτας γυρίζουν ξανά
Κάτω απ' την γέφυρα του Μιραμπό κυλά ο Σηκουάνας.
Αφήστε την νύχτα να έρθει με καμπάνες και την μέρα
Οι μέρες πλάι μου περνούν και εγώ ακόμη είμαι εδώ...

....................


Sous le pont Mirabeau coule la Seine
Et nos amours
Faut-il qu'il m'en souvienne
La joie venait toujours après la peine.
Vienne la nuit sonne l'heure
Les jours s'en vont je demeure.
Les mains dans les mains restons face à face
Tandis que sous
Le pont de nos bras passe
Des éternels regards l'onde si lasse.
Vienne la nuit sonne l'heure
Les jours s'en vont je demeure.
L'amour s'en va comme cette eau courante
L'amour s'en va
Comme la vie est lente
Et comme l'Espérance est violente.
Vienne la nuit sonne l'heure
Les jours s'en vont je demeure.
Passent les jours et passent les semaines
Ni temps passé
Ni les amours reviennent
Sous le pont Mirabeau coule la Seine.




Guillaume Apollinaire

Guillaume Apollinaire. A Quote

Αγαπώ τους ανθρώπους, όχι για ότι τους ενώνει, 
αλλά για ότι τους χωρίζει, και θέλω να μάθω 
πάνω από όλα τι σπαράσσει την καρδιά τους.


I love men, not for what unites them, 
but for what divides them, and I want 
to know most of all what gnaws at their hearts.


Guillaume Apollinaire

Sunday 22 August 2010

Ο Αγχίσης Στούς Ώμους - Anchises On His Shoulders

Πρίν από λίγο καιρό έφυγε από την ζωή ο Horacio Castillo, Aργεντινός ποιητής και πολύ φιλέλληνας έχοντας μεταφράσει Ελύτη,Ρίτσο,Καβάφη και πολλούς άλλους Έλληνες δημιουργούς.Ένα από τα προσωπικά του ποιήματα λέγεται "Ο Αγχίσης στούς ώμους'' και αναφέρεται στην ομηρική ιστορία του Αινεία που φυγαδεύει το γηραιό πατέρα του Αγχίση κουβαλώντας τον στους ώμους του, κατά την πτώση της Τροίας. Σύμφωνα με τον μύθο ο Αινείας γεννήθηκε μετα την συνεύρεση του Αγχίση με την θεά Αφροδίτη, η οποία τον ερωτεύτηκε σφοδρά.
Περισσότερα για τον Αγχίση στο link :





















Όλοι κουβαλάμε,σαν τον Αινεία,
τον πατέρα μας στους ώμους.
Όταν είμαστε ακόμα αδύναμοι,
το βάρος του μας εμποδίζει στην πορεία,
αλλά ύστερα γίνεται όλο και πιό ελαφρύ,
ώσπου μιά μέρα παύει να γίνεται αισθητό
καί αντιλαμβανόμαστε ότι έχει πεθάνει.
Τότε τον εγκαταλείπουμε γιά πάντα
σε μιά στροφή του δρόμου
καί σκαρφαλώνουμε στούς ώμους 
του παιδιού μας.

.......................................

We all carry, like Aeneas,
our father on our shoulders.
When we are still weak,
his weight troubles us on the way,
but time after time it gets lighter,
until one day ceases to be sensible
and we realize he is dead.
Then we abandon him forever
in a turn of the road
and climb up on our child's shoulders.


Horacio Castillo

Wednesday 11 August 2010

Καμαρούλα - A Small Room

                                                                    

Άπλωσε το μεσονύχτι
το γλυκό του δίχτυ
πάνω στη μικρή μας γειτονιά
ξέχασέ τα όλα τώρα
είναι της αγάπης ώρα
βάλε το κλειδί στη κλειδωνιά




Καμαρούλα μια σταλιά
δύο επί τρία
κόχη και λατρεία
τοίχος και φιλιά
καμαρούλα μια σταλιά
τοίχος και φιλιά





Φύσα το κερί να σβήσει
και να μας αφήσει
μόνους μες τη νύχτα τη καλή
σφίξου στην καρδιά μου επάνω
για να σε ζεστάνω
σαν χελιδονάκι σαν πουλί


 ...................

Midnight laid
its sweet net
over our little neighborhood
forget it all now
it is time for love
put the key in the lock

A room small like a drop
two times three
edge and adore

wall and kisses
a room small like a drop
wall and kisses

Blow the candle off
and leave us
all alone in this good night
wrap around my heart
to give you warm
like a swallow like a bird


Lyrics :Lefteris Papadopoulos
Music: Mimis Plessas
Song: Giannis Poulopoulos

Tuesday 3 August 2010

Το Καλοκαίρι - The Summer





















Άγιο χώμα,ιερό σώμα από πεύκο καί άμμο
χέρια πόδια λυγερά από φτέρη και καλάμι
με την αλμύρα τη θαλασσινή στα χείλη
σε προυπαντήματα από κόρες φλογισμένες
κλέβουν το αλικο και το μενεξεδί στις ρίζες σου,
ως που να γίνει άρμενο η καρδιά του και κουπί.
Από μικρό παιδί αμούστακο έτσι ήτανε ο Ήλιος:
Φυλακισμένος στο στέρνο του, ισόβιος λύχνος.

Ποιά παλιά εικόνα λευτερώνει τις αισθήσεις
καί ποιά λεβαντένια μυρουδιά διαφεντεύει τους καιρούς,
οι κύκλοι της σελήνης, η μεταξένια κλωστή σαν τραβά
δρόμους απο της μοναξιάς την άργιλο, ποιά πίστη εμφορεί;
και πως θαρρείς αντέξαμε όρθοί στ' ορμητικό πολύβουο ποτάμι
μονοί διπλοί , ένα κουβάρι σώματα, αγάλματα ακάλεστα
βγαλμένα απο τ' ανήλιαγα πηγάδια της συνήθειας;

Το καλοκαίρι χάνεται αμέσως μόλις εμφανιστεί.
Το καλοκαίρι υπάρχει μοναχά σαν το περιμένεις.
Μεγαλώνοντας αν είσαι τυχερός ψάχνεις επιζήσαντες.

.............................


Holy ground,sacred body from pine tree and sand
hands and feet tender from bracken and cane
with sea saltiness on the lips
in meetings of fiery pupils 
they steal scarlet and violet in your roots
till his heart becomes a sail and an oar.
From his early hairless youth the sun was:
a prisoner in his sternum, a livelong lamp.

What old image frees the senses
and what levander smell dominates times,
Moon's circles, the silky thread pulling
ways from solitude's clay, what faith it loads?
and how do you think we standed erect 
against the impetuous busy river
single ,double, a skein of bodies, uninvited statues
taken out from the sunless  wells of custom?

Summer is lost right after its arrival.
Summer exists only when you expect for it.
Growing older if you are lucky, you look for survivors.


Panagiotis Xourafas


Sunday 1 August 2010

Ο Τόπος Μας - Our Land

 


















Ανεβήκαμε πάνω στο λόφο να δούμε τον τόπο μας-
φτωχικά, μετρημένα χωράφια, πέτρες, λιόδεντρα.
Αμπέλια τραβάν κατά τη θάλασσα.Δίπλα στ’ αλέτρι
καπνίζει μια μικρή φωτιά.Του παππουλή τα ρούχα
τα σιάξαμε σκιάχτρο για τις κάργιες.Οι μέρες μας
παίρνουν το δρόμο τους για λίγο ψωμί και μεγάλες λιακάδες.
Κάτω απ’ τις λεύκες φέγγει ένα ψάθινο καπέλο.
Ο πετεινός στο φράχτη. Η αγελάδα στο κίτρινο.
Πώς έγινε και μ’ ένα πέτρινο χέρι συγυρίσαμε
το σπίτι μας και τη ζωή μας; Πάνω στ’ ανώφλια
είναι η καπνιά, χρόνο με το χρόνο, απ’ τα κεριά του Πάσχα-
μικροί μαύροι σταυροί που χάραξαν οι πεθαμένοι
γυρίζοντας απ’ την Ανάσταση. Πολύ αγαπιέται αυτός ο τόπος
με υπομονή και περηφάνεια.Κάθε νύχτα απ’ το ξερό πηγάδι
βγαίνουν τ’ αγάλματα προσεχτικά κι ανεβαίνουν στα δέντρα.


.............................

We climbed the hill to look over our land:
fields poor and few, stones, olive trees.
Vineyards head toward the sea. Beside the plow
a small fire smoulders. We shaped the old man's clothes
into a scarecrow against the ravens. Our days
are making their way toward a little bread and great sunshine.
Under the poplars a straw hat beams.
The rooster on the fence. The cow in yellow.
How did we manage to put our house and our life in order
with a hand made of stone? Up on the lintel
there's soot from the Easter candles, year by year:
tiny black crosses marked there by the dead
returning from the Resurrection Service. This land is much loved
with patience and dignity. Every night, out of the drywell,
the statues emerge cautiously and climb the trees.



Poetry: Giannis Ritsos
Pic : Island of Thasos