Σαν ένα πουλί με σπασμένη φτερούγα
που θα 'χε χρόνια μέσα στον αγέρα ταξιδέψει
σαν ένα πουλί που δεν μπόρεσε να βαστάξει
τον αγέρα και τη φουρτούνα
πέφτει το βράδυ.
Πάνω στο πράσινο χορτάρι
είχαν χορέψει όλη τη μέρα τρεις χιλιάδες αγγέλοι
γυμνοί σαν ατσάλι,
πέφτει το βράδι χλωμό·
οι τρεις χιλιάδες αγγέλοι
μαζέψαν τα φτερά τους και γενήκαν
ένα σκυλί
ξεχασμένο
που γαβγίζει
μοναχό
και γυρεύει τον αφέντη του
ή τη δευτέρα παρουσία
ή ένα κόκαλο.
Τώρα γυρεύω λίγη ησυχία
θα μου 'φτανε μια καλύβα σ' ένα λόφο
ή σε μια ακρογιαλιά
θα μου 'φτανε μπροστά στο παράθυρό μου
ένα σεντόνι βουτημένο στο λουλάκι
απλωμένο σαν τη θάλασσα
θα μου 'φτανε στη γλάστρα μου
έστω κι ένα ψεύτικο γαρούφαλο
ένα κόκκινο χαρτί σ' ένα τέλι
έτσι που να μπορεί ο αγέρας
ο αγέρας να το κυβερνά χωρίς προσπάθεια
όσο θέλει.
Θα 'πεφτε το βράδυ
τα κοπάδια θ' αντιλαλούσαν κατεβαίνοντας στο μαντρί τους
σα μια πολύ απλή κι ευτυχισμένη σκέψη
και θα 'πεφτα να κοιμηθώ
γιατί δε θα 'χα
ούτε ένα κερί ν' ανάψω,
φως,
να διαβάσω.
..........................
Like a bird with broken wings
that had travelled through wind for years
like a bird unable to endure
tempest and wind
the evening falls.
On the green grass
three thousand angels had danced the day long
naked as steel
the pale evening falls;
the three thousand angels
gathered in their wings,
became a dog
forgotten
that barks
alone
and searches for its master
or the Second Coming
or a bone.
Now I long for a little quiet
all I want is a hut on a hill
or near a seashore
all I want in front of my window
is a sheet immersed in bluing
spread there like the sea
all I want in my vase
is even a false carnation
red paper wound on wire
so that the wind
the wind can control it easily
as much as it wants to.
The evening would fall
the flocks would echo descending to their fold
like some quite simple happy thought
and I would lie down to sleep
because I wouldn't have
even a candle to light up,
light,
to read.
Giorgos Seferis