Monday, 31 October 2011

Κουράγιο - Courage

Κουράγιο είναι η αντίσταση στο φόβο,
στην εξουσία τού φόβου- όχι στην απουσία τού φόβου.


..........................


Courage is resistance to fear, 
mastery of fear- not absence of fear.





Mark Twain
 

Sunday, 30 October 2011

Περιμένοντας Τους Βαρβάρους - Waiting For The Barbarians

 













Και τώρα τι θα γένουμε ΜΕ τους (Βαυαρούς) Βαρβάρους;
Οι δικοί μας τόσα χρόνια τώρα ήσαν μια κάποια λύσις...

 

-Τι περιμένουμε στην αγορά συναθροισμένοι;
Είναι οι βάρβαροι να φθάσουν σήμερα.
-Γιατί μέσα στην Σύγκλητο μιά τέτοια απραξία;
Τι κάθοντ' οι Συγκλητικοί και δεν νομοθετούνε;
-Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα.
Τι νόμους πια θα κάμουν οι Συγκλητικοί;
Οι βάρβαροι σαν έλθουν θα νομοθετήσουν.
-Γιατί ο αυτοκράτωρ μας τόσο πρωί σηκώθη,
και κάθεται στης πόλεως την πιο μεγάλη πύλη
στον θρόνο επάνω, επίσημος, φορώντας την κορώνα;
-Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα.
Κι ο αυτοκράτωρ περιμένει να δεχθεί
τον αρχηγό τους. Μάλιστα ετοίμασε
για να τον δώσει μια περγαμηνή. Εκεί
τον έγραψε τίτλους πολλούς κι ονόματα.
-Γιατί οι δυό μας ύπατοι κ' οι πραίτορες εβγήκαν
σήμερα με τες κόκκινες, τες κεντημένες τόγες·
γιατί βραχιόλια φόρεσαν με τόσους αμεθύστους,
και δαχτυλίδια με λαμπρά γυαλιστερά σμαράγδια·
γιατί να πιάσουν σήμερα πολύτιμα μπαστούνια
μ' ασήμια και μαλάματα έκτακτα σκαλισμένα;
Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα·
και τέτοια πράγματα θαμπόνουν τους βαρβάρους.
-Γιατί κ' οι άξιοι ρήτορες δεν έρχονται σαν πάντα
να βγάλουνε τους λόγους τους, να πούνε τα δικά τους;
Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα·
κι αυτοί βαριούντ' ευφράδειες και δημηγορίες.
-Γιατί ν' αρχίσει μονομιάς αυτή η ανησυχία
κ' η σύγχυσις. (Τα πρόσωπα τι σοβαρά που έγιναν).
Γιατί αδειάζουν γρήγορα οι δρόμοι κ' οι πλατέες,
κι όλοι γυρνούν στα σπίτια τους πολύ συλλογισμένοι;
Γιατί ενύχτωσε κ' οι βάρβαροι δεν ήλθαν.
Και μερικοί έφθασαν απ' τα σύνορα,
και είπανε πως βάρβαροι πια δεν υπάρχουν.
Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους.
Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μιά κάποια λύσις.


What are we waiting for, assembled in the forum?
The barbarians are due here today. 
Why isn't anything happening in the senate?
Why do the senators sit there without legislating?
 Because the barbarians are coming today.
 What laws can the senators make now?
Once the barbarians are here, they'll do the legislating.
Why did our emperor get up so early,
and why is he sitting at the city's main gate
on his throne, in state, wearing the crown?
Because the barbarians are coming today
and the emperor is waiting to receive their leader.
He has even prepared a scroll to give him,
replete with titles, with imposing names.
Why have our two consuls and praetors come out today
wearing their embroidered, their scarlet togas?
Why have they put on bracelets with so many amethysts,
and rings sparkling with magnificent emeralds?
Why are they carrying elegant canes
beautifully worked in silver and gold?
Because the barbarians are coming today
and things like that dazzle the barbarians.
Why don't our distinguished orators come forward as usual
to make their speeches, say what they have to say?
Because the barbarians are coming today
and they're bored by rhetoric and public speaking.
Why this sudden restlessness, this confusion?
(How serious people's faces have become.)
Why are the streets and squares emptying so rapidly,
everyone going home so lost in thought?
Because night has fallen and the barbarians have not come.
And some who have just returned from the border say
there are no barbarians any longer.
And now, what's going to happen to us without barbarians?
They were, those people, a kind of solution.



Poetry: Constantine Cavafy
Video: Dimitris Liantinis (http://youtu.be/lpji93Cl4qo)

Saturday, 29 October 2011

Η Μοναξιά - Loneliness



Η μοναξιά...
δεν έχει το θλιμμένο χρώμα στα μάτια
της συννεφένιας γκόμενας.
Δεν περιφέρεται νωχελικά κι αόριστα
κουνώντας τα γοφιά της στις αίθουσες συναυλιών
και στα παγωμένα μουσεία.
Δεν είναι κίτρινα κάδρα παλιών «καλών» καιρών
και ναφθαλίνη στα μπαούλα της γιαγιάς
μενεξελιές κορδέλες και ψάθινα πλατύγυρα.
Δεν ανοίγει τα πόδια της με πνιχτά γελάκια
βοϊδίσιο βλέμμα κοφτούς αναστεναγμούς
κι ασορτί εσώρουχα.
Η μοναξιά.
Έχει το χρώμα των Πακιστανών η μοναξιά
και μετριέται πιάτο-πιάτο
μαζί με τα κομμάτια τους
στον πάτο του φωταγωγού.
Στέκεται υπομονετικά όρθια στην ουρά
Μπουρνάζι -Αγ. Βαρβάρα -Κοκκινιά
Τούμπα -Σταυρούπολη -Καλαμαριά
Κάτω απ' όλους τους καιρούς
με ιδρωμένο κεφάλι.
Εκσπερματώνει ουρλιάζοντας
κατεβάζει μ' αλυσίδες τα τζάμια
κάνει κατάληψη στα μέσα παραγωγής
βάζει μπουρλότο στην ιδιοκτησία
είναι επισκεπτήριο τις Κυριακές στις φυλακές
ίδιο βήμα στο προαύλιο ποινικοί κι επαναστάτες
πουλιέται κι αγοράζεται λεφτό λεφτό ανάσα ανάσα
στα σκλαβοπάζαρα της γης -εδώ κοντά είν' η Κοτζιά-
ξυπνήστε πρωί.
Ξυπνήστε να τη δείτε.
Είναι πουτάνα στα παλιόσπιτα
το γερμανικό νούμερο στους φαντάρους
και τα τελευταία
ατέλειωτα χιλιόμετρα Εθνική Οδός- Κέντρον
στα γαντζωμένα κρέατα από τη Βουλγαρία.
Κι όταν σφίγγει το αίμα της και δεν κρατάει άλλο
που ξεπουλάν τη φάρα της
χορεύει στα τραπέζια ξυπόλυτη ζεμπέκικο
κρατώντας στα μπλαβιασμένα χέρια της
ένα καλά ακονισμένο τσεκούρι.
Η μοναξιά
η μοναξιά μας λέω. Για τη δική μας λέω
είναι τσεκούρι στα χέρια μας
που πάνω απ' τα κεφάλια σας
γυρίζει γυρίζει γυρίζει γυρίζει

...........................




Loneliness
does not have the saddened colour
of the cloudy bimbo in her eyes.
She does not stroll abstractly and self-content
Shaking her hips in concert halls
And in frozen museums.
She is not the yellow cadres of “good” old times
And naphthalene in granny’s chests
Rosy ribbons and straw hats.
She does not open her legs 
with fake small laughers
A cow’s gaze rhythmic sighs
And assorted underwear.
Loneliness
Has the colour of Pakistanis, this loneliness
And she is counted inch by inch
Along with their pieces
In the bottom of the light-shaft.
She stands patiently queuing
Bournazi -Santa Barbara -Kokkinia
Touba -Stavroupoli -Kalamaria
Under all weathers
With a sweaty head.
She ejaculates screaming and 

smashes the front windows with chains
She occupies the means of production
She blows up private property
She is a Sunday visit in prison
Same step in the yard revolutionaries 

and penal prisoners
She is sold and bought

minute by minute, breath by breath
In the slave markets of the earth -Kotzia square is nearby-
Wake up early.
Wake up to see it.
She is a whore in the rotten-houses
The german drill for conscripts
And the last
Endless miles of the national highway towards the centre
In the suspended meats from Bulgaria.
And when her blood clots and she can take no more
Of her kind being sold so cheaply
She dances barefoot on the tables a zeibekiko
Holding in her bruised blue hands
A well sharpened axe.
Loneliness,
Our loneliness I say. Its our loneliness

I am speaking about,
Is a axe in our hands
That over your heads is revolving

revolving revolving revolving



Katerina Gogou


Friday, 21 October 2011

Rough Sea

Στην τρικυμία 
Η θάλασσα δεν έχει
Χρώμα. Δεν έχει ούτε
Σώμα. Δεν έχει στην πνοή 
Αλμύρα. Δεν έχει άρωμα αυτή η 
Μοίρα. Δεν έχει ίχνος 
Λησμονιά. Δεν έχει
Άσπρα τα πανιά. Δεν έχει 
Άσμενη ακτή. Δεν έχει στο βυθό
Καταπακτή. Δεν έχει
Όμορφη λαλιά. Δεν έχει καν
Πουλιά. Δεν έχει γοργόνες
Αλγηδόνες μήτε υδρόβια
Τέρατα. Εχει μονάχα
Ορμή. Μέχρι τα 
Πέρατα.

............

In the storm
Sea has no
Colour. Has not a 
Body. Has no saltiness in
Breath. This fate of hers has no
Aroma. Has no trace of
Oblivion. Has no
White sails. Has no
Cheerful coast. In the bottom, has no
Hatch. Has no
Beautiful voice. Not even has 
Birds at all. Has neither mermaids of
Pleasure and pain nor aquatic
Monsters. She only has
Rush. To the 
Ends.


Panagiotis Xourafas

Thursday, 6 October 2011

Kyrie

 












Ibland slog mitt liv upp ögonen i mörker.
En känsla som om folkmassor drog genom gatornai 
blindhet och oro på väg till ett mirakel,
medan jag osynligt förblir stående.

Som barnet somnar in med skräck
lyssnande till hjärtats tunga steg.
Långt, långt tills morgonen sätter strålarna i låsen
och mörkrets dörrar öppnar sig.

.........................

Μερικες φορές η Ζωή χτυπά στα μάτια μου στο σκοτάδι.
Ένα συναίσθημα σαν να ξεχύνεται ο όχλος στους δρόμους
της τυφλότητας και της φροντίδας καθ' οδόν γιά ένα θαύμα'
ενώ είμαι αόρατος και παραμένω όρθιος.

Καθώς το παιδί πέφτει έντρομο να πλαγιάσει
ακούοντας της καρδιάς του τα βαριά βήματα.
Πέρα,πέρα μακριά, μέχρι να ξεκλειδώσουν οι αχτίνες 
του πρωινού, κι' η σκοτεινή πόρτα ανοιξει.


Tomas Tranströmer   

(Nobel In Literature, 2011)