Saturday 16 July 2011

Ευρώπη - Europa

Και σιγά σιγά εκείνη έπαψε να φοβάται,
κι εκείνος προσέφερε το στήθος του 
στα παρθενικά της χάδια,
Και τα κέρατά του να τους τυλίξει 
με άνθινες γιρλάντες,
Μέχρι που η πριγκίπισσα τόλμησε 
να ανέβει στην πλάτη του,
Χωρίς να το καταλάβει, καβαλίκεψε 
του χαϊδεμένου ταύρου της την πλάτη,
Τότε αργά-αργά κατεβαίνοντας
την πλατιά στεγνή παραλία,
Πρώτα στα ρηχά νερά 
ο μεγάλος θεός πάτησε
Τις απατηλές οπλές του, 
κι ύστερα νωχελικά ξανοίχτηκε
Μέχρι που τη λεία του έφερε στην
ανοιχτή θάλασσα.
Φόβος γέμισε την καρδιά της καθώς,
όπως γύρισε πίσω το βλέμμα, 
είδε να απομακρύνεται γρήγορα η άμμος.
Το δεξί της χέρι άρπαξε ένα κέρατο,
το άλλο ακούμπησε την πλάτη του.
Και ο χιτώνας της ανέμιζε στην αύρα του ανέμου.

.....................

And gradually she lost her fear, and he
Offered his breast for her virgin caresses,
His horns for her to wind with chains of flowers
Until the princess dared to mount his back
Her pet bull's back, unwitting whom she rode.
Then,slowly, slowly down the broad, dry beach,
First in the shallow waves the great god set
His spurious hooves, then sauntered further out
'til in the open sea he bore his prize
Fear filled her heart as, gazing back, she saw
The fast receding sands. Her right hand grasped
A horn, the other lent upon his back
Her fluttering tunic floated in the breeze.

Ovid

No comments: