Η Αρχέγονη Υφάντρα.
Μιά γαλανή,δυό μαύρη.
Μιά σε καλεί,δυό που σ’αποδιώχνει.
κάμε ένα απολογισμό.
Άσε στήν άκρη τα κοντύλια,
και σμίξε πάραυτα το σύμπαν
σε δυό αταίριαστα κοχύλια.
να το χωρέσεις ένα αστέρι,
κι’ ένα στρέμμα ουρανό
ν’αναμιχτεί άσε το,
σε δυό σταγόνες ίριδας.
Στήν αιώρα π’αναπαύεις τις πληγές
κείνη που έδεσες σεμνά
το δείλι με το δείλιασμα,
κραυγάζοντας,
δώσε παρών.
Μέσα της άπειρες ζωές.
Βάλτη στην απόχη μέσα τού χεριού σου.
Νιώσε το μάγμα της ορμής,
κι’άμα καείς,
ξετύλιξε τα δάχτυλα
ένα προς ένα:
Η άμμος είναι τώρα,δές:
ένα θαλασσοπούλι!