Thursday, 31 March 2011
A Return To Not Knowing - Επιστροφή Στην Αγνωσία
Εμείς οι θεατές
παρακολουθούμαστε ξανά.
Παραμένουμε σιωπηλοί.
Εχουμε πεί τόσα πολλά.
Άς ακούσουμε.Σύντομα θα κληθούμε όλοι να μιλήσουμε.
Τα διαφανή μας πρόσωπα
μακριά από το άγγιγμα
περιίπτανται στά μονοπάτια τού αγέρα.
Οι αριθμοί δονούνται,
αποσπασμένοι από την διάσταση τους.
Είναι ακόμη φορτία δίχως βάρος.
Τι ακούει εμάς όταν δεν γνωρίζουμε
Τι μας ονειρεύεται όταν ψηλαφούμε κατά την μέρα
Τι μας κοιτά, τι μας στοχεύει και μας καταγράφειόταν πιστεύουμε πως είμαστε μόνοι;
Καιρός να επιστρέφουμε στην αγνωσία.
Κατ' επανάληψη
χαιρετισμοί από λιωμένους χιονάνθρωπους
ανήσυχοι χώροι
πυρόδενδρου πέτρα
μιά κατασκευή σκόνης,
απόγνωση και ελπίδα............................
It is time to return to not knowing.
We the onlookers
are being watched again.
We keep silent.
We have said too much.
Let us listen.
Soon we will all be asked to talk.Our transparent faces
far from touch
hover on the paths of air.
Numbers vibrate, severed from dimension.
There are still loads with no weight.
What listens to us when we do not know
what dreams of us when we grope through day
what looks at us, directs us and records
when we believe we are alone?
It is time to return to not knowing.
Repeated
greetings from fallen snowmen
restive spaces
fire tree stone
a structure of dust
despair and hope.
Απ' Όταν - From When
μακριά από τα λόγια μου
και τ΄άστρα σβήνονται
δεν ξέρω πώς να ονομάσω
το φόβο και το θάνατο και τον έρωτα
κοιτάζω τ' αμήχανα χέρια
συμπλέκονται το ένα με το άλλο
και το στόμα μου σωπαίνει
Πάνω από μένα αναδύεται ο ουρανός
και πάντοτε πιό κοντινή
δίχως όνομα
ανθίζει η γή.......................
From when the birds flew
away from my words
and the stars burn out
I don't know how to name
the fear and death and loveI look at my embarassed hands
how they are engaged each other
and my mouth keeps quiet
Above me the sky emerges
and always much closer
with no name
blossoms the earth.
Halina Nyga Poswiatowska
Saturday, 26 March 2011
Antigone - Αντιγόνη (στ. 332-383)
Πολλὰ τὰ δεινὰ κοὐδὲν ἀνθρώπου δεινότερον πέλει· τοῦτο καὶ πολιοῦ πέραν πόντου χειμερίῳ νότῳ χωρεῖ͵ περιβρυχίοισιν περῶν ὑπ΄ οἴδμασιν͵ θεῶν τε τὰν ὑπερτάταν͵ Γᾶν ἄφθιτον͵ ἀκαμάταν͵ ἀποτρύεται͵ ἰλλομένων ἀρότρων ἔτος εἰς ἔτος͵ ἱππείῳ γένει πολεύων.
Κουφονόων τε φῦλον ὀρνίθων ἀμφιβαλὼν ἄγει͵ καὶ θηρῶν ἀγρίων ἔθνη πόντου τ΄ εἰναλίαν φύσιν σπείραισι δικτυοκλώστοις περιφραδὴς ἀνήρ· κρατεῖ δὲ μηχαναῖς ἀγραύλου θηρὸς ὀρεσσιβάτα͵ λασιαύχενά θ΄ ἵππον ὑπάξεται ἀμφίλοφον ζυγὸν οὔρειόν τ΄ ἀκμῆτα ταῦρον.
Καὶ φθέγμα καὶ ἀνεμόεν φρόνημα καὶ ἀστυνόμους ὀργὰς ἐδιδάξατο͵ καὶ δυσαύλων πάγων ἐναίθρεια καὶ δύσομβρα φεύγειν βέλη παντοπόρος· ἄπορος ἐπ΄ οὐδὲν ἔρχεται τὸ μέλλον· Ἅιδα μόνον φεῦξιν οὐκ ἐπάξεται͵ νόσων δ΄ ἀμηχάνων φυγὰς ξυμπέφρασται.
Σοφόν τι τὸ μηχανόεν τέχνας ὑπὲρ ἐλπίδ΄ ἔχων͵ τοτὲ μὲν κακόν͵ ἄλλοτ΄ ἐπ΄ ἐσθλὸν ἕρπει͵ νόμους παρείρων χθονὸς θεῶν τ΄ ἔνορκον δίκαν ὑψίπολις· ἄπολις ὅτῳ τὸ μὴ καλὸν ξύνεστι τόλμας χάριν· μήτ΄ ἐμοὶ παρέστιος γένοιτο μήτ΄ ἴσον φρονῶν ὃς τάδ΄ ἔρδοι. ............................
Πολλά τα δεινά μα απ’ τον άνθρωπο κανένα δεινότερο
Περνά τον αφρισμένο πόντο με τις φουρτούνες του νοτιά
Στη μέση σκάβει το βαθύ και φουσκωμένο κύμα
και την υπέρτατη θεά, τη Γη την άφθαρτη παιδεύει την ακάματη
Οργώνοντας με καματερά χρόνο το χρόνο φιδοσέρνοντας αλέτρι.
Και των αστόχαστων πτηνών τις φυλές κυνηγά με βρόχια,
Των αγρίων θηρία τα έθνη, των βυθών την υδρόβια φύτρα
Με δίχτυα πλεγμένα στριφτά, ο τετραπέρατος.
Τα’ αγρίμι της βουνοκορφής δαμάζει με τεχνάσματα
Φορεί στων αλόγων την πλούσια χαίτη ζυγό
Και στον ταύρο, που βαρβάτος βοσκάει στα όρη.
Ένας τον άλλο δίδαξε λαλιά, τη σκέψη, σαν το πνεύμα των ανέμων
Την όρεξη να ζει σε πολιτείες, πώς να γλιτώσει το χαλάζι μες στ’ αγιάζι
Την άγρια δαρτή βροχή μέσα στον κάμπο
Ο πολυμήχανος..αμήχανος δε θ’ αντικρίσει τα μελλούμενα
Το χάρο να ξεφύγει μόνο δεν μπορεί
Μ’ όλο που βρήκε ψάχνοντας και γιατρειές σ’ αγιάτρευτες αρρώστιες.
Τέχνες μαστορικές σοφίστηκε που δεν τις βάζει νους
Κι όμως μια στο καλό, μια στο κακό κυλάει
Όποιος κρατεί τον ανθρώπινο νόμο
Και του θεού το δίκιο, που όρκος το δένει φριχτός, πολίτης
Αλήτης και φυγάς, όποιος κλωσάει τα’ άδικο, μακάρι και μ’ αποκοτιά
Ποτέ σε τράπεζα κοινή με κείνον που τέτοια τολμάει.
...............................................
Cunning beyond fancy's dream is the fertile skill which brings him, now to evil, now to good. When he honours the laws of the land, and that justice which he hath sworn by the gods to uphold, proudly stands his city: no city hath he who, for his rashness, dwells with sin. Never may he share my hearth, never think my thoughts, who doth these things!
Poetry: Sophocles
Painting: Nikiforos Lytras (Antigone and Polynices)
Monday, 21 March 2011
Aυγή Τού Οδυσσέα - Odysseas Dawn
O καημός του θανάτου τόσο
με πυρπόλησε,
που η λάμψη μου επέστρεψε στον ήλιο.
Kείνος με πέμπει τώρα μέσα στην τέλεια
Kείνος με πέμπει τώρα μέσα στην τέλεια
σύνταξη της πέτρας και του αιθέρος,
Λοιπόν, αυτός που γύρευα, ε ί μ α ι.
Ω λινό καλοκαίρι,
Λοιπόν, αυτός που γύρευα, ε ί μ α ι.
Ω λινό καλοκαίρι,
συνετό φθινόπωρο,
Xειμώνα ελάχιστε,
H ζωή καταβάλλει τον οβολό
Xειμώνα ελάχιστε,
H ζωή καταβάλλει τον οβολό
του φύλλου της ελιάς
Kαι στη νύχτα μέσα των αφρόνων
Kαι στη νύχτα μέσα των αφρόνων
μ' ένα μικρό τριζόνι
κατακυρώνει πάλι το νόμιμο
του Aνέλπιστου.
.........................
Longing of Death burned me down so much,
that my shine returned to the sun.
He is sending me now into perfect
syntax of the stone and of the air,
Well, the one I looked for, i s m e.
Oh, linen summer,
wise fall,
minimal winter,
Life pays the money of the leaf of the olive tree
And through the night of fools with a small cricket
awards once again lawfulness of the Unexpected.
Odysseas Elytis
Sunday, 20 March 2011
Θεός Χρέος - God Of Duty
Δεν ξέρω εγώ κανένα θεό Χρέος,
ένα θεό εγώ ξέρω· την Αγάπη.
Αγάπη, από το χρέος σου είμ’ ωραίος.
Εσύ με κάνεις δούλο, εσύ σατράπη,
φτερά τα κάνεις τα σκοινιά τού γάμου·
πότε με δέρνεις, βέργα ενός αράπη,
ένα θεό εγώ ξέρω· την Αγάπη.
Αγάπη, από το χρέος σου είμ’ ωραίος.
Εσύ με κάνεις δούλο, εσύ σατράπη,
φτερά τα κάνεις τα σκοινιά τού γάμου·
πότε με δέρνεις, βέργα ενός αράπη,
πότε ανθείς, περιβόλι ολόγυρά μου.
Εσύ με τα βαθιά τα καταφρόνια
με γιομίζεις· πλαταίνεις την καρδιά μου,
σα θάλασσας αγέρας τα πλεμόνια.
Έρωτα εσύ, μονάρχη και γενάρχη !
Εσύ τυφλή και η Μοίρα, εσύ και η Πρόνοια.
Εσύ με τα βαθιά τα καταφρόνια
με γιομίζεις· πλαταίνεις την καρδιά μου,
σα θάλασσας αγέρας τα πλεμόνια.
Έρωτα εσύ, μονάρχη και γενάρχη !
Εσύ τυφλή και η Μοίρα, εσύ και η Πρόνοια.
Ό,τι δεν αγαπούμε, δεν υπάρχει.
......................................
I don't know any god called Duty,
I know just one god and that's Love.
Oh, Love, from your duty I've got beauty.
You make me a slave, or a satrap
you turn the wedding ropes into wings
sometimes you beat me like a stick to a negro
sometimes you blossom like a field around me.
Υοu fill me with great contempt in my heart,
you fill my lungs like a sea breeze.
Oh, Love ,you are king and a founder!
You are blind destiny,and you are Providence.
Whatever we love not, does not exist.
Costis Palamas
Κέρνα, Ρούφα, Ξεφάντωνε Και Ξέρνα
Πρόγονους πάρε, απόγονους, δαιμόνους,
όλα της Ιστορίας τα συναξάρια,
όλους του Ελληνισμού τους φανφαρόνους,
όλα της Ρωμιοσύνης τα καμάρια,
του Λόγου τις κορφές, τους παραλήδες,
τους σοφούς, των πολέμων τα λιοντάρια,
Όμηρους, Αρχιμήδες, Αχιλλήδες,
καθώς περνούν ανάκατα στη στράτα,
Καποδίστρηδες, Διάκους, Κοραήδες.
Όλα φκιάστα γκιουβέτσι και σαλάτα,
νά και το ρετσινάτο στην ταβέρνα,
και τα βιολιά, και ρίξου τους και φά’ τα.
Κέρνα, ρούφα, ξεφάντωνε, και ξέρνα.
όλα της Ιστορίας τα συναξάρια,
όλους του Ελληνισμού τους φανφαρόνους,
όλα της Ρωμιοσύνης τα καμάρια,
του Λόγου τις κορφές, τους παραλήδες,
τους σοφούς, των πολέμων τα λιοντάρια,
Όμηρους, Αρχιμήδες, Αχιλλήδες,
καθώς περνούν ανάκατα στη στράτα,
Καποδίστρηδες, Διάκους, Κοραήδες.
Όλα φκιάστα γκιουβέτσι και σαλάτα,
νά και το ρετσινάτο στην ταβέρνα,
και τα βιολιά, και ρίξου τους και φά’ τα.
Κέρνα, ρούφα, ξεφάντωνε, και ξέρνα.
Costis Palamas
Friday, 18 March 2011
From Hiroshima To Fukushima?
Thursday, 10 March 2011
Κατακλείδα - Finale
Η θάλασσα.
Δίχως τα όνειρα,
άχρωμος αγρός είναι η θάλασσα,
Η θάλασσα.
Λύπηση προξενεί ως και η θάλασσα,
Η θάλασσα.
Απο σύννεφα ακαθρέφτιστα
κινείται η θάλασσα,
Η θάλασσα.
Σέ θλιβερούς καπνούς την κλίνη της άφησε η θάλασσα,
Η θάλασσα.
Νεκρή είναι ,βλέπεις ως και η θάλασσα,
Η θάλασσα.
..................................
Più non muggisce, non sussurra il mare,
Il mare
Senza i sogni, incolore campo è il mare,
Il mare
Fa pietà anche il mare,
Il mare
Muovono nuvole riflesse il mare,
Il mare
A fumi tristi cedé il letto il mare,
Il mare
Morto è anche lui, vedi, il mare,
Il mare.
Giuseppe Ungaretti
Sunday, 6 March 2011
Απού ’χει κόρη ακριβή ,του Μάρτη ήλιος μην τη δει
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά έθιμα της χρονιάς, είναι ο ανοιξιάτικος «Μάρτης» και τα μικρά παιδιά περιμένουν κάθε χρόνο την πρώτη μέρα του μήνα για να δέσουν στον καρπό τους το κοκκινόλευκο κορδονάκι. Ο «Μάρτης» ή «Μαρτιά» είναι ένα παμπάλαιο έθιμο, με βαλκανική διασπορά. Πιστεύεται ότι έχει τις ρίζες του στην Αρχαία Ελλάδα, και συγκεκριμένα στα Ελευσίνια Μυστήρια. Οι μύστες των Ελευσίνιων Μυστηρίων έδεναν μια κλωστή, την «Κρόκη», στο δεξί τους χέρι και το αριστερό τους πόδι.
( απο άρθρο της Σοφίας Κωσταρά στο Infokids.gr )
Από τη 1η ως τις 31 του Μάρτη, τα παιδιά φορούν στον καρπό του χεριού τους ένα βραχιολάκι, φτιαγμένο από στριμμένη άσπρη και κόκκινη κλωστή, τον «Μάρτη» ή «Μαρτιά». Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, ο «Μάρτης» προστατεύει τα πρόσωπα των παιδιών από τον πρώτο ήλιο της Άνοιξης, για να μην καούν. Τον φτιάχνουν την τελευταία μέρα του Φλεβάρη και τον φορούν την πρώτη μέρα του Μάρτη, πριν βγουν από το σπίτι.
Σε μερικές περιοχές ο Μάρτης φοριέται στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού σαν δαχτυλίδι για να μην σκοντάφτει ο κάτοχός του. Το βραχιολάκι αυτό το βγάζουν στο τέλος του μήνα, ή το αφήνουν πάνω στις τριανταφυλλιές όταν δουν το πρώτο χελιδόνι, για να τον πάρουν τα πουλιά και να χτίσουν τη φωλιά τους.
Το έθιμο του Μάρτη γιορτάζεται ίδιο και απαράλλαχτο στα Σκόπια με την ονομασία «Μάρτινκα» και στην Αλβανία ως «Βερόρε». Οι κάτοικοι των δυο γειτονικών μας χωρών φορούν βραχιόλια από κόκκινη και άσπρη κλωστή για να μην τους «πιάσει» ο ήλιος, τα οποία και βγάζουν στα τέλη του μήνα ή όταν δουν το πρώτο χελιδόνι. Άλλοι πάλι, δένουν τον «Μάρτη» σε κάποιο καρποφόρο δέντρο, ώστε να του χαρίσουν ανθοφορία, ενώ μερικοί τον τοποθετούν κάτω από μια πέτρα κι αν την επόμενη ημέρα βρουν δίπλα της ένα σκουλήκι, σημαίνει ότι η υπόλοιπη χρονιά θα είναι πολύ καλή.
Το ασπροκόκκινο στολίδι της 1ης του Μάρτη φέρει στα ρουμανικά την ονομασία «Μαρτιζόρ». Η κόκκινη κλωστή συμβολίζει την αγάπη για το ωραίο και η άσπρη την αγνότητα του φυτού χιονόφιλος, που ανθίζει τον Μάρτιο και είναι στενά συνδεδεμένο με αρκετά έθιμα και παραδόσεις της Ρουμανίας. Σύμφωνα με την μυθολογία, ο Θεός – Ήλιος μεταμορφώθηκε σε νεαρό άνδρα και κατέβηκε στη Γη για να πάρει μέρος σε μια γιορτή. Τον απήγαγε, όμως, ένας δράκος, με αποτέλεσμα να χαθεί και να βυθιστεί ο κόσμος στο σκοτάδι.
Μια ημέρα ένας νεαρός, μαζί με τους συντρόφους του σκότωσε τον δράκο και απελευθέρωσε τον Ήλιο, φέροντας την άνοιξη. Ο νεαρός έχασε τη ζωή του και το αίμα του -λέει ο μύθος- έβαψε κόκκινο το χιόνι. Από τότε, συνηθίζεται την 1η του Μάρτη όλοι οι νεαροί να πλέκουν το «Μαρτισόρ», με κόκκινη κλωστή που συμβολίζει το αίμα του νεαρού άνδρα και την αγάπη προς τη θυσία και άσπρη που συμβολίζει την αγνότητα.
Subscribe to:
Posts (Atom)