Friday 31 October 2014

Η Eυλογία της Eλλειψης - The Blessing Of Deficit

 




























Ευγνωμονώ τις ελλείψεις μου
ό,τι μου λείπει με προστατεύει
από κείνο που θα χάσω
όλες οι ικανότητές μου
που ξεράθηκαν στο αφρόντιστο χωράφι της ζωής
με προφυλάσσουν από κινήσεις στο κενό
άχρηστες, ανούσιες.
Ό,τι μου λείπει με διδάσκει
ό,τι μου 'χει απομείνει
μ’ αποπροσανατολίζει
γιατί μου προβάλλει εικόνες απ’ το παρελθόν
σαν να 'ταν υποσχέσεις για το μέλλον.
Δεν μπορώ, δεν τολμώ
ούτ’ έναν άγγελο περαστικό
να φανταστώ γιατί εγώ
σ’ άλλον πλανήτη, χωρίς αγγέλους
κατεβαίνω.
Η αγάπη, από λαχτάρα που ήταν
έγινε φίλη καλή
μαζί γευόμαστε τη μελαγχολία του Χρόνου.
Στέρησέ με –παρακαλώ το Άγνωστο–
στέρησέ με κι άλλο
για να επιζήσω.




..................




I am grateful to my shortcomings
what I miss protects me
from what I'm going to lose
all my skills

that withered in the lark field of life
protect me against falling into the gap
useless, meaningless.
What I lack teaches me
what I have left

disorientates me
because it films images from the past
as if they were promises for the future.
I can not, I do not dare

to imagine not an angel  
passing by, just because 
I descend  on another planet,  
with no angels.
Love, from longing it used to be
became a good friend
tasting together the melancholy of Time.

Deprive me- I beg the Unknown-
deprive furthermore
to survive.






Katerina Aggelaki Rouk

Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος - Translating The End Of life Into Love





























Επειδή με τη δική μου γλώσσα
δεν μπορώ να σ’ αγγίξω
μεταγλωττίζω το πάθος μου.
Δεν μπορώ να σε μεταλάβω
και σε μετουσιώνω,
δεν μπορώ να σε ξεντύσω
έτσι σε ντύνω μ’ αλλόφωνη φαντασία.
Στα φτερά σου από κάτω
δεν μπορώ να κουρνιάσω
γι’ αυτό γύρω σου πετάω
και του λεξικού σου γυρνάω τις σελίδες.
Πώς απογυμνώνεσαι θέλω να μάθω
πώς ξανοίγεσαι
γι’ αυτό μες στις γραμμές σου
ψάχνω συνήθειες
τα φρούτα π’ αγαπάς
μυρουδιές που προτιμάς
κορίτσια που ξεφυλλίζεις.
Τα σημάδια σου ποτέ μου δεν θα δω γυμνά
εργάζομαι λοιπόν σκληρά πάνω στα επίθετα σου
για να τ’ απαγγείλω σ’ αλλόθρησκη λαλιά.
Πάλιωσε όμως η δική μου ιστορία
κανένα ράφι δεν στολίζει ο τόμος μου
και τώρα εσένα φαντάζομαι με δέρμα σπάνιο
ολόδετο σε ξένη βιβλιοθήκη.
Επειδή δεν έπρεπε ποτέ
ν’ αφεθώ στην ασυδοσία της νοσταλγίας
και να γράψω αυτό το ποίημα
τον γκρίζο ουρανό διαβάζω
σε ηλιόλουστη μετάφραση.




......................




Because with my own tongue
I can not touch you
I translate my passion.
I can not partake you
and thus I denature you,
I can not undress you
so I dress you with allophonic fantasy.
Under your wings
I can not perch
that's why I fly around you
and turn the pages of your lexicon.
How do you denude I want to know
how do you sail away
for within your shapes
I look for habits
the fruits you like
smells you prefer
girls you browse.
Your signs I will never see naked
so I work hard on your adjectives
to pronounce them in a heathen speech.
Βut my own story is aged
my tome does not adorn any shelf
and now I am picturing you in rare leather
well made in a strange library.
Because I should never
be left in the impunity of nostalgia
and to write this poem 
is to read the sky of grey
in a sunlit translation.






Katerina Aggelaki Rouk 

English Transl. : 
Panagiotis Xourafas

Sunday 26 October 2014

Η Διάσωση Της Σκιάς - The Rescue Of Shadow

























μνήμη αγνοουμένων


διακριβώθηκε η τύχη του φωτός
η καταγωγή της σκιάς
αποκαταστάθηκε η σύνθεση
ο ακριβής τόνος της εικόνας
ο προπλασμός των ονομάτων

η όψη μας
η λάμψη τους που λειώνει

τώρα
ασάλευτοι οριστικά
σωπαίνουν χαμηλά
χωρίς
το χέρι της αφής να βλέπει
δίχως
το βλέμμα της σιωπής να δείχνει
πως είμαστε εμείς το βάραθρο
το χάος των οστών τους




..................



memory of the missing


the fate of light was calibrated
the origin of the shadow 
the composition was restored
the exact tone of the image
the proplasm of names  

our face 
their brilliance melting

now
motionless
definitely

silent low
without  

hand of touch to see
without
gaze of silence to show
that we are the precipice
chaos of their bones






Antis Ioannidis 

Friday 24 October 2014

Κινέζικα Κεντήματα - Kinesisk Broderi

 




Ειν η καρδιά φωλιά κοκκινολαίμη
φτιασμένη από κλαδιά φλεβών
που τρέφεται με φλόγες. Μα το πουλί
αναζωπυρώνει εκεί ακόμα μεγαλύτερη
φωτιά. Απο το στήθος και τα πλευρά του
οι φλόγες υποχωρούν πέφτοντας. Ανέγγιχτο
κάθεται πάνω στο αόρατο αυγό
με τις φτερούγες να ριγούν, με τα ουραία φτερά
να ξακρίζουνε απ την φωλιά του. Ή φτεροκοπάει
για μιά στιγμή απάνω, σαν να μεταφέρει
ένα έντομο σκέψεων και εικόνων, και χάνεται
στον μεταξένιο αέρα, αμέσως μόλις απογειωθεί
και τότε ξαναγίνεται ορατό όταν αναπαυτεί και πάλι
στις φλόγες, ισιώνοντας τα φτερά με το ράμφος του.



.......................




En eldfågels bo är hjärtat
byggt med kvistar av ådror
fodrat med lågor. Men fågeln
ruvar där i en ännu högre
värme. Från dess bröst och sidor
tycks lågorna vika. Orörd
vilar den på det osynliga ägget
med vingarna fläktande, stjärtens fjädrar
hängande ut över bokanten. Eller den fladdrar
ett ögonblick upp som för att hämta
tankars och bilders insekt, försvinnande
i luftens siden så snart den lyftat
åter synlig först då den åter vilar
i lågorna, slätande sina fjädrar med näbbet.



Gunnar Ekelöf 


 


Monday 20 October 2014

Μηδείαμα - Medea's Smile
























Σαν νεκροζώντανη
μεσ' στ' αναφιλητά σου
Εσύ, η πιο μισητή
στους αιώνες,
με τα παιδιά σου
πετρωμένα
αμίλητα
σαν πεπρωμένα,
κάνεις πως συζητάς
μα αλλάζεις δρόμο
μόνο τα χέρια σου
κάπου κάπου επιστρέφουν,
γεμάτα σπαραγμό
μαστιγώνοντας
το άπειρο.

Ατελείωτα εδώ
κι εκεί, περιπλανιέσαι
πλανιέσαι
πλάνη οικτρά,
αν νομίζεις οτι
καθάρισες τοσο απλά-
αντικατοπτρισμός
απο πολύμορφο νερό
είναι οι λέξεις σου
πηγές γλυφές
μιας αντιδάνειας ροής,
που σπάζει σε χρυσάνθεμα
το χοικό της πανσελήνου,
πριν να γενεί όνειρο κίχλης.

Σαν άλικος νυσταγμός
μονάχα μια στιγμή και χάνεται 

στου κάθε Αχέροντα το διάβα 
η αρχαία λάβα'
έτσι κι η αγάπη σου.





 ......................




Like an undead
within your sobs
You, the most hated
person in all eternity,
with your children
petrified
speechless
as destinies,
you act like talking
but change road,
only your hands
return every now and then,
full of heartbreak,
lashing infinity.

Endlessly here
and there, you wander
and err miserably,
if you think you 
are through so simply-
a mirage 
of diversing water
are your words
brackish springs
of a repatriated loan flow,
breaking in chrysanthemums  
humic of the full moon, before 
it becomes dream of a thrush.

Like a scarlet nystagmus
for a moment and then disappearing
in any Acheron's stream
is this ancient lava'
same is your love.






Panagiotis Xourafas







Wednesday 8 October 2014

An Αnt Αnd Αn Αunt


















Η πλάτη της φυλάκισε 
στις πτυχές του δέρματος μας 
την καταιγίδα. Μαργαριταρένιες 
ίριδες την λευτέρωσαν 
στο όστρακο της κοινής προιστορίας.
Στο δωμάτιο της δεν έχει πιά έπιπλα. 

Τα κάψαμε στον κήπο. Όρθιοι πάντα 
εμπρός στον θάνατο, έτσι μας έμαθε.
Μόνο την ανάστροφη ανεμώνη της 

αποσώσαμε, με το δάκρυ της λευκότητας. 
Ματώσαμε τα βλοσυρά ηλιοβασιλέματα 
και ξεκοιλιάσαμε τις αδιάφορες νύχτες.
Της πήρε πολύ καιρό αλλά τα καταφέραμε.
Κάναμε τις Δευτέρες Τρίτες

και τα χέρια αστρίτες.



.....................




Her back imprisoned
the storm in the folds 
of our skin. Pearly  
irises set it free
in the shell of common history.
In her room there is furniture no more.
We burned it in the garden. Upstanding
always before death, so she taught us.
Only her reverse anemone
we spared, with the tear of whiteness.
We bled the tight-lipped sunsets
and gored the indifferent nights.
Took her a lot of time but we made it.
We turned Mondays to Tuesdays
and hands into adders.





Panagiotis Xourafas

Monday 6 October 2014

Μηλιγγόνι - Ant


















Το γεγονός της ημέρας
μεταξύ καφέ και μπισκότου,
ένα μυρμήγκι θαυμαστό 

και θρασύτατο. 
Θαρραλέο μικρό μηλιγγόνι!
Ειδε φως και ανεβηκε 
στον smart βωμό
των απροσδιόριστων pixel.
Απο την ταραχή ν' απαλλαγώ
απο το μικρό υμενόπτερο, κατέληξε 

λαμβάνοντας μεταξύ δεξιών
δείκτη και αντίχειρα, 
τα επίχειρα της αμεριμνησίας.
Ετσι ο επίδοξος, δεν εγινε 

ο ένδοξος Μυρμιδών
και σεις και γω κι αυτοί 

αποδεχτήκαμε ασμένως,
οτι μηδίσαμε επομένως. 

(Ευτυχώς που γλυτώσαμε
απ' τα χειρότερα να πείς,
και δεν λερώθηκε η οθόνη..)




 .....................



The fact of the day
between coffee and biscuit,
an ant wondrous and brazen.
Courageous microscopic ant!
It saw the light and climbed 
on the smart altar
of undefined pixels.
From agitation to get rid 
of this tiny hymenopterus, 
it passed away by having between 
right forefinger and thumb,
payment of its insouciance.
Thus the aspiring, did not become
the glorious Myrmidon
and thus you and me and them
accepted easily enough,
that we betrayed our lives.
( So lucky you might say that 
we spared the worst and didn't 
soil the screen..)




Panagiotis Xourafas
 



 

Sunday 5 October 2014

Bras De Fer

 



















Και να που σκάλισες
στου ουρανού την πέτρα
το πρόσωπο του φεγγαριού
σε μια βαρκούλα μεσοπέλαγα.
Τεσσερα μίλια ήσουν πάντα
μην το ξεχνάς
ανοιχτά της Κέρκυρας.
Πανε μερες τωρα που διεξαγεται
Ενα ιδιότυπο μπρα ντε φερ
με διαιτητή τη σιωπή.
Μια μάχη στούς τέσσερις τοίχους
όπου οι σκεψεις σκαβουν
λαγούμια να φυλαχτουν
απ τα διασταυρούμενα πουλιά.
Εις ματην όμως. Τα ραμφη τους 

διαπερνουν στην δήωση της νύχτας
του μυαλού τις έλικες.
Κι απομένει ο πόνος αυτός
του λιωμένου κεριού
πανω στο μαρμαρένιο φιλί,
κι απομένει το χαμένο μέταλλο
απο το κάτισχνο βλέμμα
που για μια στιγμή ψάχνει αέρα
να οξειδώσει τη ψυχή του, σαν τον αιχμάλωτο
που ικετεύει να μην αποχωριστεί τις αλυσίδες του.
Κι έπειτα, σαν ερθει η ώρα του λόγου
σκύβουν τα φωνήεντα να χωρέσουν στις λέξεις.




.........................



And so you carved
on the rock of the sky
the face of the moon
in a small boat 
in the middle of the sea.
You were always four miles
don't you ever forget, 
off the coast of Corfu.
For some days now
a strange bras de fer is taking place
with silence as a referee.
A battle among four walls
where thoughts dig burrows
to protect from cross birds.
But in vain. Their beaks 
break through brain gyrus
in the ravage of the night.
And so remains this pain
of melted wax
over the marble kiss,
and so remains the buried metal
from the gaunt look,
which for a moment seeks for air
to oxidate its soul, like a prisoner
who begs not to be freed from his chains.
And then, when the time of speech comes
vowels kneel down to fit inside words.




Panagiotis Xourafas